Ποιήματα του Γιώργου Θέμελη
Σας παρουσιάζω τα παρακάτω ποιήματα του ποιητή Γιώργου Θέμελη (1900-1975). Προέρχονται από τις συλλογές Φωτοσκιάσεις, Δίχτυ των ψυχών Ι και Δίχτυ των ψυχών ΙΙ.
Ι
Τα
μάτια μου είναι από πηλό κι ανταύγεια
Δεν
τόξερα πως είναι τόσο ωραίο το φως.
Μέσα
σε τόση λάμψη τόση απάτη.
Βουνά
βουνών και δέντρα δέντρων,
Δέντρα
βουνά, καθρεφτισμένα
Σαν
μες σε μια αντανάκλαση.
Ετοιμόρροπα
σπίτια, μυθικά φυτά.
Βλέπε
το φως, ψυχή μου.
Είναι
ωραίο, πολύ ωραίο,
Ένα
ωραίο ψέμα αληθινό.
Το
φως το αμφίβολο, το απόκρημνο.
Τόχεις
απάνω σου, το περπατείς,
Στα
ρούχα σου, στη σάρκα, το σηκώνεις.
Το
γεύεσαι, μάτια και χείλη, τ᾽ανασαίνεις.
Αισθάνομαι
νάμαι από σκιά και φως, αντανακλώ.
ΙΙΙ
Φως
και σκια, θέαμα, νύχτωμα.
Ως
να μας βλέπει κάποιος από μακριά,
Ως
να μας βλέπει από μακριά και βλέπουμε.
Είναι
ένας ήλιος στο πρόσωπό μας.
Έρχεται
μέσα μας το απέραντο,
Το
ανάκουστο έρχεται, το αόρατο.
Μας
παίρνει το φως σα μια νεφέλη,
Απόναν
ήλιο σ᾽άλλον ήλιο.
Αγάπη
απέραντη μες στην αγάπη,
Αγάπη
απέραντη, θλίψη απέραντη.
Γινόμαστε
άστρα μες στη νύχτα.
Από τη συλλογή Φωτοσκιάσεις
Α. Το δίχτυ των ψυχών
Το δίχτυ των ψυχών
Πέφτουμε
όλο και πιο κάτω,
Πέφτουμε
αθόρυβα, βουλιάζουμε
Όλο
και πιο μέσα, πιο βαθειά,
Πιο
σκοτεινά.
Πιανόμαστε
μες στην αγάπη
Σαν
μέσα σ᾽ένα δίχτυ.
Πέφτουμε
Μέσα
σ᾽αυτή τη νύχτα την κατάφωτη,
Σ᾽αυτή
τη γη, σ᾽αυτή τη γέφυρα,
Τη
μετέωρη κλίμακα του κινδύνου.
Μέσα
σ᾽αυτό το δίχτυ των ψυχών
Από
λάμψη και θάμπωση,
Από
Εξαφάνιση.
Από το Δίχτυ των Ψυχών I
W. M. Chase, Γυναίκα μπροστά σε καθρέπτη. 1887. Ιδιωτική Συλλογή.
Ήθελα νάσουν
Ήθελα
νάσουν καθρέφτης μου, πράγμα μου.
Νάσουνα
πράγμα να μου ανήκεις
Μες
στην ακέρια σου ομορφιά,
Όπως
η ακατάτμητή μου θλίψη.
Καθρέφτης
μου να σε μαθαίνω,
Και
πράγμα μου να σε κρατώ.
Νάσουν
πράγμα μου: το πράγμα
Το
πιο ακριβό, το πιο θαμμένο
Μες
στην αγάπη μου, μέσα στην κρύπτη.
Μέσα
στα μάτια μου να σ᾽έχω.
Ήλιος
τη μέρα, άστρο τη νύχτα,
Φεγγάρι
μου στη μοναξιά.
Το
κάθισμα νάσουν που κάθομαι, το μαξιλάρι,
Το
φυλαχτό μου στο λαιμό, το τίμιο ξύλο.
Στ᾽όνειρά
μου ουράνιο τόξο.
Και
πέτρα στο θάνατο, πέτρα μου,
Πέτρα
μητρική.
Ήθελα
νάσουν καθρέφτης μου, πράγμα μου…
Από το Δίχτυ των Ψυχών I
Ta πράγματα που σε
καθρέφτισαν
Να
πιάσω να μαζέψω ένα-ένα
Όλα
τα πράγματα που σε καθρέφτισαν.
Να
τα φυλάξω σπίτι μου να τάχω.
Να
τα κρεμώ στους τοίχους, να τ᾽αγγίζω,
Μήπως
σ᾽αγγίξω, μήπως και σε δω,
Σα
μια σκιά πεσμένη απάνω τους.
Τα
πράγματα δεν έχουν οίκτο.
Σκεπάζονται
μαύρη θλίψη και στέκουν
Αμίλητα,
αδιάφορα, ακαθρέφτιστα.
Είναι
από ύλη, ύλη πυκνή,
Ύλη
τυφλή, σκοτάδι, άγρια σιωπή.
Να
βάλω μια τρανή φωτιά και να τα κάψω.
Από το Δίχτυ των Ψυχών I
Π. Πικάσο, Κορίτσι μπροστά σε καθρέπτη. 1932. Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης. Ν. Υόρκη.
Γ. Μετάσταση
Θαμπό καθρέφτισμα
Μες
την ανάμνηση ήσουνα
Σαν
σε ναό λαμπρή μου εικόνα.
Μες
στον ύπνο, στην ερημία,
Όπου
μονάχος πλανιόμουν,
Η
ομορφιά σου ήσουν, αποθέωση,
Μέσα
σ᾽ένα παράξενο σταματημένο φως.
Τώρα
που πήρες σάρκα και φάνηκες,
Σαν
σε όνειρο που κατορθώθηκε,
Με
μια μεγάλη έκπληξη μέσα στα μάτια,
Έγινες
το πιο αβέβαιο, το πιο αμφίβολο,
Το
πιο θαμπό καθρέφτισμά μου.
Σαν
τα νερά τα κοιμισμένα.
Από το Δίχτυ των Ψυχών I
To εγώ-To εσύ
Αν
σε γυρεύω, σ᾽έχω ανάγκη,
Είσαι
αυτό που μου λείπει.
Το
πιο ακριβό, το πιο θανάσιμο.
Το
μισό μου στήθος, το μισό μου πρόσωπο,
Η
μια αδειανή πλευρά μου, η μια φτερούγα μου,
Η
ανοιχτή πληγή μου, η σάρκα μου η λειψή.
Μ᾽έκοψαν,
με χώρισαν στα δυό,
Το
εγώ-το εσύ, μοιράσαν το αίμα
Από
τη ρίζα μου, από τη γέννησή μου.
Δεν
μπορώ να ζήσω ή να πεθάνω
Μισό
κορμί, μισό κομμένο όνειρο.
Γυρεύω
τ᾽άλλο στήθος, τ᾽άλλο πρόσωπο.
Δε
θέλω να κερδίσω την ψυχή μου,
Να
χάσω την ψυχή μου, να τη σώσω,
Παίζοντας
την ψυχή μου: άσπρο ή μαύρο,
Παίζοντας
την ψυχή μου για την ψυχή σου.
Από το Δίχτυ των Ψυχών I
Σιγά-σιγά
Σκύψε
ακόμα μέσα,
Κοίταξε.
Βλέπεις
εκεί βαθειά
Τη
θλίψη μου την αξερρίζωτη;
Σιγά-σιγά,
Απαλά
Κ᾽ανώδυνα
Ξερρίζωσέ
την.
Σαν
έναν καρφί, σαν ένα
Βότανο
πικρό.
Με
το φιλί,
Με
το χαμόγελο.
Να
μη ματώσουνε τα δάχτυλά σου.
Από το Δίχτυ των Ψυχών II
Η ωραία πύλη
Έρχεται
η Αγάπη,
Έρχεται
φέρνοντας τον Έρωτα.
Μες
στην καρδιά της κρύβει
Το
αίμα του, την καθαρή του ουσία.
Στο
πρόσωπο το πρόσωπό του.
Το
σώμα της σώμα του,
Ατόφιο
ομοίωμα.
Έρχεται
η Αγάπη φέροντας τον Έρωτα
Σε
μετουσίωση σωματική, μυσταγωγία.
Πρέπει
ν᾽ανοίξω την Ωραία Πύλη,
Να
ετοιμάσω την Τράπεζα.
Να
βάλω έλαιον στο Ασημοκάντηλο,
Κερί
στο Μανουάλι.
Από το Δίχτυ των Ψυχών II
Μαθητεία
Μαθαίνεται
η Αγάπη,
Μαθαίνεται
από μέσα, αποστηθίζεται.
Όπως
η θλίψη, όπως η έκταση.
Τ᾽άφωνα
ψάρια δεν πηγαίνουν
Σχολείο
να μάθουν τη σιωπή,
Την
εκθαμβωτική θαλάσσια αγάπη
Μες
σε βαθειά κρησφύγετα.
Τα
ερωτικά πουλιά δε μελετούν
Μαθήματα
αγάπης˙ δε γράφουν
Τις
τέσσερες πράξεις της
Στις
πλάκες τους οι πεταλούδες.
Ίσως
μονάχα οι Άγγελοι να μαθαίνουν
Λέξεις,
ονόματα, κομμένες συλλαβές,
Συλλαβίζοντας
τον έρωτα μες στην ουράνιαν ερημία.
Ίσως
να ξέρουν καλά τη σιωπή της Αγάπης,
Τη
γλώσσα της σιωπής, τον ανεκλάλητον έρωτα των πραγμάτων.
Αυτή
τη γλώσσα, αυτή τη Μουσική,
Αυτή
μαθαίνουν τα δάχτυλά μου.
Τα
δάχτυλά μου, τα χείλη μου, τα έκπληχτα μάτια.
Από το Δίχτυ των Ψυχών II
Μεσουράνιο φεγγάρι
Σ᾽αναζητώ,
σ᾽αγγίζω, σ᾽αφουγκράζομαι,
Το
είναι σου αφουγκράζομαι τη σιωπή σου.
Περνώ
μέσα στη νύχτα σου την πορφυρή.
Την
πολύφωτη νύχτα σου, σα θάλασσα,
Θάλασσα
κλειστή μές στις ακτές σου.
Θάλασσα
διάφανη, βαθειά.
Όπου
πλανιέται σιωπηλά το μεσονύχτιο φως,
Το μεσουράνιο κυρτό φεγγάρι
σου.
Από το Δίχτυ των Ψυχών II
W. Homer, Μια καλοκαιρινή βραδιά. 1890. Musée d' Orsay.
Βλ. Γ. Θέμελη,
Ποιήματα ΙΙ, Θεσσαλονίκη 1970.
και
http://users.auth.gr/marsias/gthemelis/homepage.html