Τρόπος εξέτασης του μαθήματος «Νεοελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία» Γ ΓΕΛ Πανελ. Εξετάσεις 2019-20

Κυριακή 6 Μαρτίου 2016

Οι Απόκριες στη ζωγραφική και ποίηση. Αρλεκίνος της Μαρίας Πολυδούρη και του Πάμπλο Πικάσσο

Με αφορμή την "εορταστική"(ποιος μπορεί να εορτάζει και να χαίρεται μ' αυτά που συμβαίνουν γύρω μας και δίπλα μας!) ατμόσφαιρα των ημερών λόγω Αποκριάς, ιδού ένα θλιμμένο ποίημα της Μαρίας Πολυδούρη με θέμα τη γνωστή αποκριάτικη φιγούρα του Αρλεκίνου, ενός από τους ήρωες της ιταλικής  Commedia del' Arte. Ποίημα που μου θύμισε πίνακες του Πάμπλο Πικάσσο με θέμα τη μορφή του αρλεκίνου.

Ο Αρλεκίνος είναι από τα ανέκδοτα ποιήματα της Μαρίας Πολυδούρη που διασώθηκε σε αποσπασματική μορφή. Η ίδια η ποιήτρια σημειώνει: "Ἀπόσπασμα ἀπὸ ἕνα πολὺ μεγάλο καὶ ἀσύνδετο κάπως ποίημα". To ποιητικό υποκείμενο θυμάται με θλίψη τη μορφή του αρλεκίνου, που είχε μία μεθυστική αποκριάτικη βραδυά.

Μαρία Πολυδούρη, Αρλεκίνος

Σὰ μᾶς μεθᾶ βαριὰ ἡ ζωή, μᾶς κλέβει τ᾿ ἀγαθά μας.
Τὰ μάτια μας ποὺ μίαν αὐγή, κάτω ἀπὸ βελουδένιο
χέρι, ξαλάγρεψαν γιὰ τοὺς ποὺ δὲ γνωρίσαν τόπους,
ξαναγυρνᾶνε θλιβερὰ καὶ κατακουρασμένα.
Τὰ χείλη μας ποὺ τρύγησαν τῆς μεστωμένης νειότης
τοὺς μελιστάλαχτους καρποὺς κάτω ἀπ᾿ τὴ φλόγα τοῦ ἥλιου,
ὅμοια μαραίνονται σὰν τοὺς καρποὺς ποὺ λησμονιῶνται.
Καὶ τὰ κορμιά μας ποὺ ἡ ὁρμὴ τἄκανε ν᾿ ἀψηφήσουν
καὶ μέσ᾿ στὸν κόκκινο χαμὸ τῆς φλόγας ποὺ λυτρώνει
γιὰ μία στιγμὴ νὰ πέσουνε βαριὰ σὰ μαγεμένα,
μιοάζουνε τ᾿ ἀνεμόδαρτα κλαδιὰ ποὺ τὰ φοβίζει
ἀκόμη κ᾿ ἡ ἀλαφρότατη τῆς ἄνοιξης πνοούλα.

......................................................................
Ἡ θλίψη πέφτει τοῦ βιολιοῦ μέσ᾿ στὴ γεμάτη σάλα
τοῦ ἀποκρηάτικου γλεντιοῦ, τοῦ μεθυσιοῦ, τῆς τρέλλας,
σὰν ἕνας τόνος πιὸ βαθύς. Κάθε γωνιὰ τὴν παίρνει
καὶ στὶς πολύαιμες φλέβες μας φτάνει καὶ μᾶς μεθάει.
Ἡ μουσικὴ πνέει τοῦ χοροῦ καὶ γέρνουν τὰ ζευγάρια,
στὸ ἀγέρι τὸ χαϊδευτικὸ πολύχρωμα λουλούδια,
ἡ ἀνατριχίλα τὰ λυγίζει ἀπ᾿ τὴν κορυφὴ ὡς τὴ ρίζα
κι᾿ ἀνάρια ἀνάρια ἐδῶ κ᾿ ἐκεῖ κρυφὰ φιλιὰ θροΐζουν

P. Picasso, Χορός στο Μύλο της Galette. Μουσείο Guggenheim. N. Yόρκη.

..................................................................
Θυμᾶμαι τὴν τρελλὴ νυχτιὰ τῆς ἀποκρηᾶς, θυμᾶμαι
τὸν Ἀρλεκίνο τὸν ψηλὸ σὰ φάντασμα, μὲ κεῖνα
τὰ μάτια του, τὰ δυνατὰ μάτια ποὺ εὐθὺς ποὺ κλεῖναν
κάθ᾿ ἔξοδο κι᾿ ἀπόμενες στὴ μοναξιὰ μαζί τους.
Τὰ χέρια ἐκεῖνα τὰ μακριὰ καὶ τὰ χλωμὰ σὰν κρίνα
ἀναιμικά, ποὺ μ᾿ ὅλη τους τὴν ἁπαλότη ἐκείνη,
σὰν φλόγα ἢ σίδερο νἄτανε, τὴν καρδιά μου
ἔνοιωθα μοὔδεναν σφιχτὰ νὰ μὴν τὴν ξαναφήσουν.

Τὰ χείλη του τὰ κόκκινα τόσο, σὰ νὰ ρουφοῦσαν
τὸ καθαρὸ αἷμα τῆς καρδιᾶς καὶ παίρνανε τὸ χρῶμα.

P. Picasso, Στο Lapin Agile. Aρλεκίνος με ποτήρι. 1905.

...............................................................…..

Ἔτσι τὸν εἶδα ἀμέτρητες φορὲς μέσ᾿ στὴ ζωή μου
καὶ τὸν ὀνόμασα θεό, δεσπότη τῆς καρδιᾶς μου.
Παιδούλα γλυκοστόχαστη πάνω στὸ κέντημά μου,
κάποιες φορὲς θολώνανε τὰ μάτια μου κι᾿ ὁ νοῦς μου,
ἐπάλλοταν τρεμουλιαστὰ μέσα ἡ μικρὴ καρδιά μου
καὶ μοὔπεφτε τὸ κέντημ᾿ ἀπὸ τὰ βαριά μου χέρια.
Σὰ νέφελο κάποια θαμπὴ περνοῦσε ἐμπρός μου εἰκόνα.

P. Picasso,  Αρλεκίνος σε κλίση. 1909.

....................................................................
Καὶ μ᾿ ἀκολούθησε μακριὰ σὲ τόπους καὶ σὲ χρόνους.
Δὲν εἶχα οὔτ᾿ ἕνα λούλουδο χλωρὸ μέσ᾿ στὴν καρδιά μου.
Μία πυρκαϊὰ τὰ νέκρωσε καὶ μοναχὰ οἱ σκιές τους
ἀπόμειναν σὰν ὄνειρα θαμπά, γεμάτα φρίκη.
Ὅμως κ᾿ ἐκεῖ περπάτησε μέσ᾿ στὸ θαμπὸ σκοτάδι
ἀπ᾿ ἄλλοτε πιὸ ζωντανὸς καὶ πιὸ ὄμορφος. Δὲν ἦταν
νὰ βρίσκωμαι σὲ μία γωνιὰ τῆς Φύσης μοναχή μου
καὶ νὰ μὴν ἔρθη σὰν καημός, σὰ στεναγμός, σὰ δάκρυ,
ἢ σὰν τρελλὸς παλμὸς χαρᾶς νὰ γίνῃ συντροφιά μου.
Δὲν ἦταν τόνος μουσικῆς, ρυθμός, χρῶμα, ποὺ φέρνουν
τοῦ νοῦ μεθύσι ἢ τῆς καρδιᾶς καὶ νὰ μὴν ἔρθη, χάρη
τῶν οὐρανῶν μὲ τὴ μορφὴ τῶν χερουβεὶμ ἢ πάλι
τῆς καλωσύνης ἡ ψυχὴ μὲ τὴ μορφὴ τοῦ κρίνου,
κάποτε τὸ πικρὸ τοῦ πόνου ἀγκάθι μὲ τὴν ὄψη
τῆς ὀμορφιᾶς τοῦ ρόδου ἢ τοῦ ναρκίσσου, ἄλλοτε πάλι
ὁ Ἀρχάγγελος μὲ τὴ ρομφαία νὰ πάρη τὴν ψυχή μου.

P. Picasso, Ο θάνατος του αρλεκίνου. 1906

Για πίνακες και ποιήματα με θέμα τον αρλεκίνο, βλ. και στην ετικέτα http://annagelopoulou.blogspot.gr/search/label/Οι%20Απόκριες%20στη%20ζωγραφική

2 σχόλια:


  1. ΑΠΟΚΡΙΑΤΙΚΟ

    Πω, πω, τι κρύο κάνει…
    επάγωσαν οι μάσκες στις βιτρίνες·
    ένα τριμμένο ντόμινο πώς να ζεστάνει
    την καρδιά μου την άδεια σαν κι εκείνες;

    Είχα μι’ αγάπη που πάει να σβήσει –
    δε θα μπορούσε ακόμα να κρατήσει;
    Αύριο θα ’χουμε Άνοιξη κι Απρίλη
    Κι εμείς δε θα ’μαστε ούτε φίλοι…

    Ήταν γραφτό της όμως να πεθάνει
    μέσα στην παγωμένη αποκριά,
    έτσι απ’ το κρύο, όπως μια γριά
    που δεν υπάρχει τίποτε να τη ζεστάνει.

    ΜΗΤΣΟΣ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ (1900-1943)


    ***


    ΜΑΣΚÉ

    Στον τελευταίο χορό μεταμφιεσμένων
    καθένας θα ντυθεί το τολμηρότερο.
    Εδώ τις έχω τις στολές
    αναποφάσιστες:
    Άγγλος αποικιοκράτης στην Ινδία
    συγκλητικός του Κόμμοδου με πλήρη γούστα
    λόρδος απρόσιτος σε ιπποδρομίες του Άσκοτ
    κρουπιέρης μεγιστάνων στο Λας Βέγκας
    ποιητής μιας ρίζας άδικης, ξεριζωμένης.
    Αν όμως οι άποικοι ξεσηκωθούν;
    Κι αν τα’ όργιο κλείσει μ’ εντολή σφαγής;
    Τι πλήξη ο διαρκής θρίαμβος των αλόγων μου!
    Πάντα θα παίζουνε και πάντα θα μοιράζω;
    Και πώς να μου ριζώσει η ρίζα για καλά,
    αν πρώτα δεν την κόψω από τη ρίζα;
    Α μπα. Μ’ ό,τι φοράω θα πάω.
    Κανείς δεν αναγνώρισε ποτέ
    έναν εκ γενετής συνταξιούχο.

    ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΡΒΕΡΗΣ, ΑΚΥΡΟ ΘΑΥΜΑ, 1996

    ΑπάντησηΔιαγραφή