Άνθη
Εποχή των ανθέων ο Μάιος, για αυτό επιλέγω δύο πίνακες δύο σημαντικών ζωγράφων της νεοελληνικής τέχνης, του Νικόλαου Γύζη και του Θεόφραστου Τριανταφυλλίδη, που απεικονίζουν ένα βάζο με άνθη.
Σε σκοτεινό καστανό φόντο τοποθετεί ο Γύζης ένα διάφανο βάζο με τα φωτεινά χρώματα των λουλουδιών του: παιώνιες, τριαντάφυλλα, γαρύφαλλα και ένα ζουμπούλι. Το παιχνίδι του φωτός με τις διαφάνειες του βάζου και τις λεπτές αποχρώσεις του ροζ δίνουν ατμόσφαιρα ονείρου σ' ένα κοινότυπο και σύνηθες θέμα "νεκρής φύσης".
Νικόλαος Γύζης, Άνθη. Πριν το 1895. Εθνική Πινακοθήκη. Αθήνα.
Κωνσταντίνου Καβάφη, Τεχνητά άνθη
Δεν θέλω τους αληθινούς ναρκίσσους — μηδέ κρίνοι
μ’ αρέσουν, μηδέ ρόδ’ αληθινά.
Τους τετριμμένους, τους κοινούς κήπους κοσμούν. Με δίνει
η σάρκα των πικρία, κούρασι, κι οδύνη —
τα κάλλη των βαρυούμαι τα φθαρτά.
Δώστε με άνθη τεχνητά — οι δόξες του τσινιού και του μετάλλου —
που δεν μαραίνονται και δεν σαπίζουν, με μορφές που δεν γερνούν.
Άνθη των εξαισίων κήπων ενός τόπου άλλου,
που Θεωρίες, και Pυθμοί, και Γνώσεις κατοικούν.
Άνθη αγαπώ από υαλί ή από χρυσό πλασμένα,
της Τέχνης της πιστής δώρα πιστά·
με χρώματ’ απ’ τα φυσικά πιο εύμορφα βαμμένα,
και με σεντέφι και με σμάλτο δουλευμένα,
με φύλλα και κλωνάρια ιδανικά.
Παίρνουν την χάρι των από σοφή κι αγνότατη Καλαισθησία·
μέσα στα χώματα δεν φύτρωσαν και μες στες λάσπες ρυπαρά.
Εάν δεν έχουν άρωμα, θα χύσουμ’ ευωδία,
θα κάψουμ’ εμπροστά των μύρα αισθηματικά.
Από τα Κρυμμένα Ποιήματα
Τα κομμένα φυσικά άνθη του βάζου είναι ήδη "νεκρά", ελάχιστη ζωή τους εναπομένει. Ίσως, για αυτό, ο Κωνσταντίνος Καβάφης προτιμά τα "τεχνητά άνθη".
Δεν θέλω τους αληθινούς ναρκίσσους — μηδέ κρίνοι
μ’ αρέσουν, μηδέ ρόδ’ αληθινά.
Τους τετριμμένους, τους κοινούς κήπους κοσμούν. Με δίνει
η σάρκα των πικρία, κούρασι, κι οδύνη —
τα κάλλη των βαρυούμαι τα φθαρτά.
Δώστε με άνθη τεχνητά — οι δόξες του τσινιού και του μετάλλου —
που δεν μαραίνονται και δεν σαπίζουν, με μορφές που δεν γερνούν.
Άνθη των εξαισίων κήπων ενός τόπου άλλου,
που Θεωρίες, και Pυθμοί, και Γνώσεις κατοικούν.
Άνθη αγαπώ από υαλί ή από χρυσό πλασμένα,
της Τέχνης της πιστής δώρα πιστά·
με χρώματ’ απ’ τα φυσικά πιο εύμορφα βαμμένα,
και με σεντέφι και με σμάλτο δουλευμένα,
με φύλλα και κλωνάρια ιδανικά.
Παίρνουν την χάρι των από σοφή κι αγνότατη Καλαισθησία·
μέσα στα χώματα δεν φύτρωσαν και μες στες λάσπες ρυπαρά.
Εάν δεν έχουν άρωμα, θα χύσουμ’ ευωδία,
θα κάψουμ’ εμπροστά των μύρα αισθηματικά.
Από τα Κρυμμένα Ποιήματα
Θεόφραστος Τριανταφυλλίδης, Bάζο με τριαντάφυλλα. 1931. Δημοτική Πινακοθήκη Λάρισας και Μουσείο Κατσίγρα.
Σε καστανό απροσδιόριστο φόντο ο Θεόφραστος Τριανταφυλλίδης τοποθετεί ένα βάζο με λευκά τριαντάφυλλα. Το λευκό χρώμα των άνθεων φωτίζει τον σκοτεινό πίνακα, που αποπνέει τη θλίψη και τη γαλήνη βαθύτατης μελαγχολίας...
Το ποίημα του Καβάφη μου έφερε στο νου ένα άλλο του ποίημα το "Ελεγεία των λουλουδιών" και μετά το "Ένα λουλούδι" της Μυρτιώτισσας που γκουγκλίζοντας είδα ότι έχετε ήδη κάνει ανάρτηση. Φτάνω λοιπόν στο ρεαλιστικά προσγειωτικό:
ΑπάντησηΔιαγραφήΑΝΕΡΑΣΤΟ ΛΟΥΛΟΥΔΙ
Πλαστικό μου λουλούδι ανέραστο
Ό,τι μυρίζει ανθρώπινο μυαλό
Δεν είναι πάντα θησαυρός για τις αισθήσεις.
AΡΓΥΡΗΣ ΜΑΡΝΕΡΟΣ
Συνεχίζω με το λυρικό:
Είμαι το λουλούδι
Eίμαι το λουλούδι που σιγά το τρώει το κρυφό σαράκι.
Δε με τυραννάει το άγριο κακοκαίρι, όπως τάλλα εμένα
και της χλωμιασμένης μου όψης δε μαδάνε ένα ένα τα φύλλα.
Oι καλές οι μοίρες κι οι κακές καρτέρι κι αν μώχουν στημένα,
σάμπως πεταλούδες να με τριγυρνάνε νιώθω ανατριχίλα.
Eίμαι το λουλούδι που σιγά το τρώει το κρυφό σαράκι.
Γέννημα και θρέμμα στην ψυχή μου μέσα το κακό φωλιάζει.
Kαι ζωή και χάρος είμαι, απ’ τη γελάστρα τύχη δεν προσμένω.
Aψηλό κι ωραίο στήνω το κορμί μου κι άλλο δε μου μοιάζει.
Όμως όταν δείξω τις πληγές μου στ’ άστρα, θάμαι πεθαμένο.
Μαρία Πολυδούρη
Για να καταλήξω στον συνεπή σε ύφος και ήθος Σαχτούρη:
Πέτρος
Πάλι τι κανιβαλισμός αυτή την Άνοιξη
λουλούδια καταβρόχθισαν τις μέλισσες
πουλιά τούς φάγαν τα εντόστια τα γεράκια
το τριαντάφυλλο έμεινε ολομόναχο
κι ο μενεξές μεταμορφώθη σε κηδεία
Δεν έχω άλλα λουλούδια να σου φέρω
όμως μια μέρα θα γίνω ο μέγας κηπουρός
θα φυτεύω θα κλαδεύω θα ποτίζω
θα ’χω το σπίτι μου πάνω σ’ ένα σύννεφο
θ’ ανάβω τα όνειρά μου με τον ήλιο
Σήμερα ακόμα είμαι ένας πλοηγός
συνένοχος για τις λάσπες τα λεμόνια
τους τενεκέδες στο νερό μες στο λιμάνι
τρελαίνω τη σειρήνα σπέρνω το αίμα μου
φορώ γυαλιά από πέτρα και με λένε Πέτρο
ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ, Παραλογαίς
Πολύ "δυνατά" και τα τρία ποιήματα. Περιμένω πάντα τις ποιητικές σου παρεμβάσεις και τις χαίρομαι.
ΔιαγραφήΚαλό σαββατοκύριακο!