Τρόπος εξέτασης του μαθήματος «Νεοελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία» Γ ΓΕΛ Πανελ. Εξετάσεις 2019-20

Κυριακή 28 Φεβρουαρίου 2016

"Μεθύστε" με στίχους του Μπωντλέρ και με "μουσική στους κήπους της Tuileries" του Μανέ

   Ιδού ένα ποίημα για το "μεθύσι" της ζωής, για αυτούς που "μεθούν" με την ποίηση, αλλά και με τις στιγμές της καθημερινότητας, για αυτούς που ζουν την πραγματικότητα σαν όνειρο και τα όνειρα σαν πραγματικότητα.
  Ας "μεθύσουμε" με τους στίχους του Γάλλου ποιητή Kαρόλου Μπωντλέρ (1821-1867), γιατί μόνο με την ποίηση μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τη φθορά του χρόνου και να παραμείνουμε "ζωντανοί"...Γιατί η "μέθη" της ποίησης είναι ζωή και η ζωή είναι ποίηση. To ποίημα "Μεθύστε" Δημοσιεύτηκε στη Le Figaro    (τεύχος 937) το 1864. Στη συνέχεια, εντάχθηκε στη μετά θάνατον έκδοση του Μικρά ποιήματα σε πρόζα.

Emile Deroy, Προσωπογραφία του Μπωντλέρ. 1844. Μουσείο Βερσαλιών. Ένας από τους σημαντικούς Γάλλους ποιητές. Θεωρείται εισηγητής του συμβολισμού και του μοντερνισμού στη γαλλική ποίηση και άσκησε μεγάλη επιρροή στους Γάλλους συμβολιστές ποιητές (Valery, Verlain, Mallarme, κλπ.). Το έργο του επηρέασε πολλούς μοντέρνους ποιητές. Εκτός από ποιητής, ήταν δοκιμιογράφος, αισθητικός της τέχνης και μεταφραστής.

"Mεθύστε"


Πρέπει νά ῾ναι κανείς πάντα μεθυσμένος.
Eκεί βρίσκονται όλα:
είναι το μοναδικό ζήτημα.
Για να μη νιώθετε το φριχτό φορτίο του Χρόνου
που θρυμματίζει τους ώμους σας
και σας γέρνει στη γη,
πρέπει να μεθάτε αδιάκοπα.
Αλλά από τί;
Από κρασί, από ποίηση, από αρετή,
ό,τι προτιμάτε.”


Gustave Gourbet, Προσωπογραφία του Μπωντλέρ. 1847-49. Μουσείο Fabre. Μονπελιέ.

Κι’αν κάποτε πάνω στα σκαλιά ενός παλατιού,
πάνω στην πράσινη χλόη μιας πλαγιάς,
μέσα στη μουντή μοναξιά της κάμαράς σας,
ξυπνήσετε με μέθη πιο λίγη ή κιόλας φευγάτη
ρωτήστε τον άνεμο,
το κύμα,
τ’άστρο,
το πουλί,
το ρολόι,
κάθε τι που διαφεύγει,
κάθε τι που στενάζει,
κάθε τι που κυλάει,
κάθε τι που τραγουδά,
κάθε τι που μιλά
ρωτήστε το τί ώρα είναι·
κι’ο άνεμος,
το κύμα,
τ’άστρο,
το πουλί,
το ρολόι,
θα σας απαντήσουν:
“Είναι η ώρα να μεθύσετε!
Για να μη γίνετε οι μαρτυρικοί σκλάβοι του Χρόνου,
μεθύστε·
μεθύστε ασταμάτητα!
Από κρασί, από ποίηση, από αρετή,
ό,τι προτιμάτε.”



Και φαίνεται ότι η καθημερινότητα μπορεί να είναι όνειρο, μπορεί να γίνει "ποιητική", όπως στον παρακάτω πίνακα του σύγχρονου του Μπωντλέρ Γάλλου ζωγράφου, του Edouard Manet.


Edourd Manet, Moυσική στους κήπους της Tuileries (του Κεραμεικού). 1862. Εθνική Πινακοθήκη στο Λονδίνο. Εμβληματικός πίνακας του μεγάλου Γάλλου ζωγράφου Μανέ, που θεωρείται από τους εισηγητές του ιμπρεσιονισμού. Απεικονίζει μία πολυπρόσωπη σκηνή στους κήπους της Tuileries (του Κεραμεικού) που βρίσκονται δίπλα στο Λούβρο. Παριζιάνοι αστοί διασκεδάζουν, ακούγοντας μία μουσική συναυλία στην ύπαιθρο. Eίναι άραγε "μεθυσμένοι" από τη μουσική ή από την ανία της ζωής τους; Ο Μανέ παρουσιάζει μία καθημερινή σκηνή με μοντέρνες αφαιρετικές πινελιές, δημιουργώντας μία "ποιητική" εικόνα με ατμόσφαιρα ονείρου. Γιατί, τελικά, ο ρεαλισμός μπορεί να γίνει όνειρο και ποίηση….

Οι μουσικοί δεν φαίνονται στον πίνακα, αλλά η παρουσία της μουσικής υποδηλώνεται από τον τίτλο του έργου. Στη σκηνή ο Μανέ απεικονίζει γνωστούς καλλιτέχνες της εποχής, με τους οποίους συνδεόταν φιλικά, όπως ο ζωγράφος Fantine LaTour, συγγραφέας Θεόφιλος Γκωτιέ, ο μουσικοσυνθέτης Όφενμπαχ, κ.ά. , Aνάμεσα στις φιγούρες τοποθετεί σε προφίλ τον Μπωντλέρ, τον αδελφό του Ευγένιο Μανέ και τον εαυτό του. Αυτή την περίοδο ο Μανέ έκανε περιπάτους στους κήπους της Tuileries  και καθημερινά συναντιόταν με τον Μπωντλέρ για να συζητήσουν περί τέχνης και ζωής. Ο Μπωντλέρ εκτιμούσε ιδιαίτερα την τέχνη του Μανέ και τον θεωρούσε "ζωγράφο της σύγχρονης ζωής".


Λεπτομέρεια του πίνακα. Διακρίνεται στην άκρη δεξιά ο ίδιος ο Μανέ.

Μία ακόμη λεπτομέρεια. Στην άκρη αριστερά ο ζωγράφος Fantine Latour και σε προφίλ ο Μπωντλέρ. Το προφίλ του Μπωντλέρ απεικονίζεται αφαιρετικά. Ο Μπωντλέρ έγραψε για την τέχνη το αισθητικό δοκίμιο "Ο ζωγράφος της σύγχρονης ζωής". Ο Μανέ ήταν "ζωγράφος της σύγχρονης ζωής", γιατί ζωγράφιζε σκηνές από τη σύγχρονη καθημερινή ζωή και είχε αποδοκιμασθεί από πολλούς κριτικούς για την επιλογή των θεμάτων και την αντισυμβατική για την εποχή του τεχνική.

Ο Μανέ έχει απεικονίσει πολλές "μεθυστικές" σκηνές . Δείτε δύο: 

Manet, Γυναίκα που πίνει μπύρα. 1878-79.  Μουσεία της Γλασκώβης. Μεθυσμένη από τη μπύρα ή από τη ζωή;

Ed. Manet, Ο πότης του αψεντίου. 1859. Ny Karlsberg Γλυπτοθήκη. Κοπεγχάγη. Μεθυσμένος από αψέντι είναι σίγουρα. Όμως, "μεθυσμένος" από τη ζωή;

Τα ποιήματα του Μπωντλέρ (Δεν αναφέρεται ο μεταφραστής)

https://www.khanacademy.org/humanities/becoming-modern/avant-garde-france/realism/a/manet-music-in-the-tuileries-gardens http://www.wikiart.org/en/gustave-courbet/portrait-of-charles-baudelaire-1849
https://commons.wikimedia.org/wiki/File:Baudelaire_1844.jpg
http://www.nationalgallery.org.uk/paintings/edouard-manet-music-in-the-tuileries-gardens
https://commons.wikimedia.org/wiki/File:Edouard_Manet_001.jpg
glyptoteket.com/explore/the-collections/artwork/edouard-manet-absinthe-drinker
http://collections.glasgowmuseums.com/viewimage.html?oid=36631&i=389959
http://texni-zoi.blogspot.gr/2013_12_01_archive.html

Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2016

Ρωμαίος και Ιουλιέτα. Ένα απόσπασμα από τον Σαίξπηρ και πίνακες ζωγραφικής του Frank Diksee


O Ρωμαίος και η Ιουλιέτα του Σαίξπηρ στα έργα ζωγραφικής του Frank Dicksee

   
  Το θρυλικό ερωτικό ζευγάρι Ρωμαίος και Ιουλιέτα του ομώνυμου θεατρικού έργου του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ υπήρξε πηγή έμπνευσης για πολλούς ζωγράφους που απεικονίζουν σκηνές του έρωτά τους και ιδιαίτερα τη σκηνή στο μπαλκόνι της Ιουλιέτας.
   Επιλέγω έργα του Βρετανού ζωγράφου της Βικτωριανής εποχής Frank Dicksee (1853-1928) με θέμα τον Ρωμαίο και την Ιουλιέτα. Στα έργα του Dicksee είναι εμφανής η επίδραση  της ποιητικής ατμόσφαιρα του προραφαηλητικού κινήματος, αν και ο ίδιος ήταν νεότερος των Προραφαηλιτών ζωγράφων.

Frank Dicksee, Ρωμαίος και Ιουλέτα. Γύρω στα 1880. Μουσείο Τέχνης του Dahesh. Ν. Υόρκη. Δραματικές κινήσεις του ερωτευμένου ζευγαριού.

Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, Ρωμαίος και Ιουλιέτα
(Πράξη Β΄, σκηνή 2)

ΡΩΜ. Κυρά μου, μα το ευλογημένο αυτό φεγγάρι
που ασημοβάφει τις κορφές των δέντρων –

ΙΟΥΛ. Όχι , μην παίρνεις όρκο στο φεγγάρι, το άστατο,
που με τον μήνα αλλάζει κάνοντας το γύρο του,
μήπως κι η αγάπη σου αλλάξει σαν κι αυτό.

ΡΩΜ. Σε τι να σου ορκιστώ;

ΙΟΥΛ. Μην ορκιστείς καθόλου· ή, αν θέλεις,
ορκίσου στον χαριτωμένον εαυτό σου,
που ’ν’ της λατρείας μου ο θεός, να σε πιστέψω.

ΡΩΜ. Αν η καρδιά μου, αγάπη μου–

ΙΟΥΛ. Άσε, μην ορκιστείς. Μ’ όλη μου τη χαρά για σένα,
δε χαίρομαι τη συμφωνία μας τούτη απόψε:
πολύ ’ρθε ορμητικά, πολύ αναπάντεχα, πολύ άξαφνα·
πολύ σαν αστραπή, που χάνεται προτού
να ειπείς αστράφτει. Καληνύχτα, αγάπη μου!
Μπορεί τούτ’ το μπουμπούκι της αγάπης μας
να ’ναι όμορφος ανθός όταν ξανανταμώσουμε.
Καλή σου νύχτα, καληνύχτα! Κι η γλυκιά γαλήνη
που νιώθω στην καρδιά μου και δικιά σου ας γίνει!

Frank Dicksee, Ρωμαίος και Ιουλέτα, 1884. Πινακοθήκη Τέχνης της πόλης του Σαουθάμπτον. Ένα παθιασμένο φιλί ανταλλάσσουν οι δύο ερωτευμένοι στο μπαλκόνι της Ιουλιέτας.

ΡΩΜ.. Ω! θέλεις να μ’ αφήσεις έτσι απαρηγόρητον;

ΙΟΥΛ. Σαν τι παρηγοριά θέλεις ετούτ’ τη νύχτα;

ΡΩΜ. Σού ’δωσα την πίστη μου αγάπη, δώσ’ μου τη δικιά σου.

ΙΟΥΛ. Εγώ σ’ την έδωσα προτού μου την ζητήσεις·
και πάλι θα ‘θελα να ’ταν δικό μου χτήμα.

ΡΩΜ. Να μου την πάρεις θέλεις; Και γιατί καλή μου;

Frank Dicksee, Λεπτομέρεια του παραπάνω πίνακα.

ΙΟΥΛ. Για να φανώ απλοχέρα να σ’ την ξαναδώσω.
Μα κάνω ευκή για κάτι που έχω δα: η απλοχεριά μου
έχει της θάλασσας την άπλα, και η αγάπη μου
το βάθος της· όσο περσότερη σου δίνω,
τόσο περσότερη έχω, τι άπειρα είναι και τα δυό.
(Φωνή της παραμάνας από μέσα.)
Κάποιον ακούω μέσα· χαίρε, αγάπη μου ακριβή!
–Αμέσως παραμάνα μου!– Γλυκέ Μοντέγο,
να ’σαι πιστός. Περίμενε λιγάκι, θα ξανάρθω. (Βγαίνει.)

ΡΩΜ. Ευλογημένη, ευλογημένη νύχτα! Πώς φοβάμαι,
μην, όντας νύχτα, όλ’ αυτά είναι μόνον όνειρο
πάρα πολύ γλυκό για να ’ναι αλήθεια.

Βλ.  Ουίλιαμ Σαίξπηρ,  Έργα 2, μτφρ.-εισ. Βασίλης Ρώτας, Ίκαρος, Αθήνα 1962, σ. 45-46]
Frank Dicksee, Ιουλιέτα. 1877. Ιδιωτική Συλλογή. Οι αχτίνες του φεγγαριού φωτίζουν τη μορφή της Ιουλιέτας στο μπαλκόνι. Φορά ένα υπέροχο φόρεμα...


Τρίτη 23 Φεβρουαρίου 2016

Ένα ερωτικό σονέτο. Λορέντζος Μαβίλης και William Mulready

Ένα ερωτικό σονέτο

  Θεωρείται από τα πιο δημοφιλή έργα του Iρλανδού ζωγράφου William Mulready (1786-1863) που έζησε και έγινε γνωστός ως καλλιτέχνης στο Λονδίνο.  Απεικονίζει ένα νεαρό ζευγάρι  της Βικτωριανής εποχής στην εξοχή. Η κοπέλα διαβάζει το ερωτικό σονέτο που ο νεαρός έχει γράψει για αυτήν. Αυτός περιμένει να ακούσει τη γνώμη της για το ποίημα. Έχει σκύψει με συστολή και κρυφοκοιτάζει για να δει τις αντιδράσεις της. Δίπλα του έχει αφήσει ανοιχτό ένα βιβλίο.

William Mulready, Το σονέτο. 1839. Mουσείο Victoria and Albert. Λονδίνο.

   Το σονέτο είναι είδος λυρικού ποιήματος που αποτελείται από δύο τετράστιχες ομοιοκατάληκτες στροφές και δύο τρίστιχες ομοιοκατάληκτες στροφές. Χαρακτηριστικό δείγμα της παραδοσιακής ποίησης διακρίνεται για την κομψότητα, αλλά και για τη νεοκλασική ψυχρότητα και τη συγκρατημένη έκφραση συναισθήματος. Φημισμένα είναι τα ερωτικά σονέτα των ποιητών της ιταλικής Αναγέννησης αλλά και του μεγάλου Βρετανού ποιητή και θεατρικού συγγραφέα Ουίλλιαμ Σαίξπηρ. 
    Ωστόσο, ο πίνακας αυτός μου θύμισε το σονέτο "Το αριστούργημα" του Επτανήσιου ποιητή Λορέντζου Μαβίλη (1860-1912). Το ποιητικό υποκείμενο συνομιλεί με το ερωτικό "εσύ",  εξομολογείται τον έρωτά του και αφιερώνει τα ποιήματά του στην αγαπημένη του. Δεν τον ενδιαφέρει η δημόσια καταξίωση για το ποιητικό του έργο. Του αρκεί μόνο η αποδοχή από το ερωτικό "εσύ, η θετική ανταπόκριση που θα δει στο βλέμμα της αγαπημένης.

Λορέντζος Μαβίλης, Το Αριστούργημα

Δεν στέρνω εγώ σ' αγώνα τους φτωχούς
Τους στίχους μου, που δάφ[νες] δε γυρεύω·
Αγάπη μου, αφ' της γης τους θησαυρούς
Το γέλιο σου μονάχα εγώ ζηλεύω.

Και στους κρυφούς μου μέσα τους καημούς,
Που με μια τύχην άσπλαχνη παλεύω,
Τους ιλαρούς σου μόνον οφθαλμούς
Σαν δάση κ' ελπίδα μου αγναντεύω.

Και στο γλυκό τους φως αφ' την καρδιά μου
Σα λουλουδάκια ανθίζουνε μικρά
Για σένα μοναχά τα ποιήματά μου.

Αγάπη μου, ελπίδα μου, χαρά μου,
Μου τα βραβεύει κάθε σου ματιά,
Κι ας μη γνωρίσει ο κόσμος τ' όνομά μου.

Γυναίκες που διαβάζουν. Ένας πίνακας του Henry Gillard Glindoni

Αδιάκριτα μάτια

   Επιστρέφω στο αγαπημένο μου θέμα. Πίνακες ζωγραφικής που απεικονίζουν γυναίκες να διαβάζουν βιβλία. 
   Ο Βρετανός ζωγράφος Henry Gillard Glindoni απεικονίζει δύο νεαρές γυναίκες της Βικτωριανής εποχής να στέκονται μπροστά σε μία βιβλιοθήκη και να αναζητούν βιβλία. Η μία μάλιστα είναι ανεβασμένη σε πολυθρόνα, προφανώς για να βρει βιβλία που βρίσκονται στα ψηλότερα ράφια της βιβλιοθήκης.
   Στον πίνακα, που φέρει τον τίτλο "Αδιάκριτα μάτια", εκτός από τις δύο φιλαναγνώστριες γυναίκες, διακρίνουμε και την παρουσία ενός ηλικιωμένου άνδρα στην άκρη δεξιά να κοιτάζει με περιέργεια...

Henry Gillard Glindoni, Αδιάκριτα μάτια. 1901. Δύο γυναίκες αναζητούν βιβλία υπό το αδιάκριτο, "κατασκοπευτικό" βλέμμα ενός ηλικιωμένου άνδρα, που τις παρακολουθεί από τη γωνία. Άραγε, τι βιβλία αναζητούν; Τι βιβλία διαβάζουν;


Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2016

Το κορίτσι που άφησα πίσω μου. Ένας πίνακας του Eastman Johnson για τον έρωτα σε καιρό πολέμου

O έρωτας και ο πόλεμος στη ζωγραφική. Ένας πίνακας του Eastman Johnson

   Eίναι ένας αγαπημένος πίνακας με "κρυμμένο" αντιπολεμικό μήνυμα. Γνωστός ιδιαίτερα στους φιλότεχνους στις ΗΠΑ.
   Ο Αμερικανός ζωγράφος Eastman Johnson (1824-1904) απεικονίζει μία κοπέλα να στέκεται σ' ένα ύψωμα  και να κοιτάζει πέρα μακριά.  Κρατά δύο βιβλία και τα μαλλιά της ανεμίζουν, προφανώς από τον αέρα. Σε φόντο βλέπουμε έναν "τρικυμισμένο" με σύννεφα ουρανό. Η σκηνή εκπέμπει έντονο πάθος, χαρακτηρίζεται από ένταση, ενώ μία αίσθηση μυστηρίου διαχέεται στους  θεατές.
 Ποια είναι αυτή η κοπέλα; Τι ή ποιόν περιμένει; Τι σκέφτεται;

Eastman Johnson, Το κορίτσι που άφησα πίσω μου. Γύρω στα 1872. Smithsonian Μουσείο Τέχνης. Ουάσινγκτον. Ένας υπέροχος πίνακας που προκαλεί συγκίνηση, αγωνία και ταραχή! Στο έργο είναι εμφανή τα στοιχεία του ρομαντισμού. Η κοπέλα είναι το "κορίτσι που άφησε πίσω του". Το δαχτυλίδι στο δάχτυλό της αποτελεί ένδειξη της πίστης και της αφοσίωσης της στο αγαπημένο πρόσωπο που λείπει στον πόλεμο.

   Πίσω από την ατμοσφαιρική σκηνή κρύβεται, όπως πάντα, μία ιστορία, μία ερωτική ιστορία. Η κοπέλα είναι η σύζυγος ενός στρατιώτη που έφυγε για το μέτωπο. Στέκεται μελαγχολική στο σημείο που αποχαιρέτησε τον σύζυγό της, αναπολεί και νοσταλγεί τις στιγμές που πέρασαν μαζί. Ίσως, στέκεται στο ίδιο σημείο, γιατί περιμένει την επιστροφή, το σμίξιμο. 
 Την περίοδος του Αμερικανικού Εμφυλίου Πολέμου (1861-65) πολλοί ήταν εκείνοι, που αναγκάστηκαν να φύγουν στο μέτωπο, αφήνοντας πίσω τις κοπέλες και τις  γυναίκες τους.

Με τον τίτλο "Το κορίτσι που άφησα πίσω μου" ήταν ιδιαίτερα δημοφιλές στον αμερικανικό στρατό ένα παλιό λαϊκό ιρλανδικό τραγούδι του 16-17ου αιώνα. Λέγεται ότι κατά τη διάρκεια του Αμερικανοβρετανικού Πολέμου του 1812 το τραγούδι αυτό πρωτοακούστηκε από έναν Βρετανό αιχμάλωτο και διαδόθηκε γρήγορα στον αμερικανικό στρατό σε διάφορες παραλλαγές. Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα η μελωδία του τραγουδιού χρησιμοποιήθηκε από τον Αμερικανικό ομοσπονδιακό στρατό ως στρατιωτικό εμβατήριο.
  
...Kαι φυσικά o πίνακας του Eastman μου θύμισε τους μελοποιημένους στίχους από τον Μάνο Χατζιδάκι του Ιάκωβου Καμπανέλλη.


Έκτορας και Ανδρομάχη

Από το Τρωικό κάστρο η Ανδρομάχη

στον Έκτορα που κίναε για τη μάχη

φώναξε με φωνή φαρμακωμένη:



«Στρατιώτη μου, τη μάχη θα κερδίσει, 

όποιος πολύ το λαχταρά να ζήσει.

Όποιος στη μάχη πάει για να πεθάνει, 

στρατιώτη μου για πόλεμο δεν κάνει»


Έτσι κι εμένα η κόρη του Γαβρίλη

σαν έφευγα στις 20 τ’ Απρίλη

μου φώναξε ψηλά από το μπαλκόνι:



«Στρατιώτη αν θες τη μάχη να κερδίσεις, 

μια κοπελίτσα κοίτα ν’ αγαπήσεις.

Όποιος το γυρισμό του όρκο δεν κάνει, 

στρατιώτη μου, τον πόλεμο το χάνει»

Πέμπτη 18 Φεβρουαρίου 2016

Το όνειρό μου πέθανε. Ένα ποίημα του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη με πίνακες του Edvard Munch

Ναπολέων Λαπαθιώτη, Τ' όνειρό μου πέθανε

Edvard Munch, Απελπισία. 1892. Μουσείο Munch. 'Οσλο.

Τ' όνειρό μου πέθανε, χθες αργά, το βράδυ
Μόνος, τώρα κι έρημος, τι μπορώ να πω;
Κι όμως, τό'ξερε καλά, το βαθύ του χάδι,
πόσο τ' αγαπώ!

Μου κρατούσε συντροφιά, τις βαριές τις ώρες,
που τις τρέμει μοναχή, καθεμιά ψυχή,
μα όσο τό' χει δίπλα της ας κυλούν οι μπόρες,
-δεν ανησυχεί!...

Τ' όνειρό μου πέθανε, χθες αργά, το βράδυ.
Πες, δεν έζησε ποτέ: Μην τ' αναπολείς...
Μα ο καημός μου, που έχασα το θερμό του χάδι,
Θε μου, είναι πολύς!

Κι όσο για τις άφωνα πονεμένες ώρες,
-ώρες δίχως όνειρο, σε μια ζωή πεζή,
τώρα, μόνο, τό' νιωσα, πόσο είναι αιμοβόρες
-τώρα, που δε ζει...
02.08.1941

Edvard Munch, Απελπισία. 1894. Μουσείο Munch. 'Οσλο.


Το   ποίημα του Λαπαθιώτη (οι τρεις πρώτες στροφές με κάποιες διαφοροποιήσεις) έχει μελοποιηθεί από τον Γιάννη Σπανό. Πρώτη εκτέλεση από τον τραγουδιστή του Νέου Κύματος Γιώργο Ζωγράφο.

Βλ. Ναπολέων Λαπαθιώτης, ...του έρωτα πάλι το στενό, ημερολόγιο 2009, Εισαγωγή-Επιμέλεια Χριστίνα Ντουνιά, εκδ. Μεταίχμιο, Αθήνα 2007, σ. 247.



Τετάρτη 17 Φεβρουαρίου 2016

Τέχνη. Ένα ποίημα για την ποίηση του Τάσου Λειβαδίτη και η Μελαγχολία του Edvard Munch

Tέχνη. Ένα ποίημα για την ποίηση και τη ζωή και η "Μελαγχολία" του Edvard Munch


 Πόσο υπέροχα συγκινητικός παραμένει ο ποιητικός λόγος του Τάσου Λειβαδίτη, σκέφτομαι…και τι τυχεροί είναι οι μαθητές που μαθαίνουν από τους καθηγητές τους τον ποιητικό λόγο του Τάσου Λειβαδίτη, τι τυχεροί που είναι οι μαθητές που έχουν καθηγητές που αγαπούν γενικά την ποίηση…

  Για αυτούς, λοιπόν, που συγκινούνται, όταν διαβάζουν ποίηση στους μαθητές τους…Για αυτούς που διαβάζουν ποίηση με τρεμάμενη φωνή….

TΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ, TEXNH

Έζησα τα πάθη σα μια φωτιά, τάδα ύστερα να μαραίνονται
    και να σβήνουν,
και μ' όλο που ξέφευγα απόνα κίνδυνο, έκλαψα
γι' αυτό το τέλος που υπάρχει σε όλα. Δόθηκα στα πιο μεγάλα
    ιδανικά, μετά τ' απαρνήθηκα,
και τους ξαναδόθηκα ακόμα πιο ασυγκράτητα. Ένοιωσα
    ντροπή μπροστά στους καλοντυμένους,
και θανάσιμη ενοχή για όλους τους ταπεινωμένους και τους
    φτωχούς,
είδα τη νεότητα να φεύγει, να σαπίζουν τα δόντια,
θέλησα να σκοτωθώ, από δειλία ή ματαιοδοξία,
συχώρεσα εκείνους που με σύντριψαν, έγλυψα εκεί που
    έφτυσα,
έζησα την απάνθρωπη στιγμή, όταν ανακαλύπτεις, πλέον
    αργά, ότι είσαι ένας άλλος
από κείνον που ονειρευόσουνα, ντρόπιασα τ' όνομά μου
για να μη μείνει ούτε κηλίδα εγωισμού απάνω μου ―
κι ήταν ο πιο φριχτός εγωισμός. Tις νύχτες έκλαψα,
συνθηκολόγησα τις μέρες, αδιάκοπη πάλη μ' αυτόν τον 
    δαίμονα μέσα μου
που τα ήθελε όλα, τούδωσα τις πιο γενναίες μου πράξεις, 
    τα πιο καθάρια μου όνειρα
και πείναγε, τούδωσα αμαρτίες βαρειές, τον πότισα αλκοόλ,
    χρέη, εξευτελισμούς,
και πείναγε. Bούλιαξα σε μικροζητήματα
φιλονίκησα για μιας σπιθαμής θέση, κατηγόρησα,
έκανα το χρέος μου από υπολογισμό, και την άλλη στιγμή,
    χωρίς κανείς να μου το ζητήσει
έκοψα μικρά-μικρά κομάτια τον εαυτό μου και τον μοίρασα 
    στα σκυλιά.

Tώρα, κάθομαι μες στη νύχτα και σκέφτομαι, πως ίσως πια
    μπορώ να γράψω
ένα στίχο, αληθινό.

(από την Ποίηση. Tόμος Πρώτος 1950-1966, Kέδρος 1985)


…και η "Μελαγχολία"…ένα αγαπημένο θέμα του Νορβηγού ζωγράφου Edvard Munch, που το συναντάμε σε πίνακες ζωγραφικές και σε ξυλογραφίες-χαρακτικά. Aπεικονίζει σε διάφορες παραλλαγές ένα άνδρα να κάθεται σκεπτικός στην ακροθαλασσιά…

Edvard Munch, Απόγευμα. Μελαγχολία. 1891. Μουσείο Munch. Όσλο.

Edvard Munch, Μελαγχολία. 1892. Εθνική Πινακοθήκη της Τέχνης. Όσλο.

Edvard Munch,  Μελαγχολία. 1893. Μουσείο Munch. Όσλο.

Edvard Munch,  Μελαγχολία. 1894-96. Μουσείο Τέχνης του Bergen.

Edvard Munch, Απόγευμα. Μελαγχολία Ι. 1896. Ξυλογραφία. Μουσείο Munch. Όσλο.


Δευτέρα 15 Φεβρουαρίου 2016

H αγάπη και ο έρωτας στην ποίηση και τη ζωγραφική. Γιώργος Σαραντάρης και William Powell Frith

Kείμενα του ποιητή Γιώργου Σαραντάρη (1908-1941) και πίνακες του William Powell Frith


Ο αγαπημένος μου ποιητής Γιώργος Σαραντάρης (1908-1941) αποτελεί μία ιδιαίτερη περίπτωση του νεοελληνικού μοντερνισμού. Τον κατατάσσουν στη γενιά του 30.

Γιώργος Σαραντάρης, H ερωταγάπη είναι πάθος σπάνιο

Η ερωταγάπη είναι πάθος σπάνιο
για την άγονη ζωή μου∙
δεν θυμάμαι να αφέθηκα ποτέ
το ευτυχές παραλήρημα της μέθης δεν μ’ άγγιξε∙
αχνοθυμάμαι μόνο, στην εφηβική μου ηλικία
την αναμονή, την ένταση σαν καρτερούσα,
και κατόπιν, σε λησμονημένα χείλια τα φιλιά…

24-07-1932

William Powell Frith, Οι ερωτευμένοι. 1855. Ινστιτούτο Τέχνης του Σικάγο.


Γιώργος Σαραντάρης, Όταν για πρώτη φορά αγαπάμε…

  Όταν για πρώτη φορά αγαπάμε, δεν ξέρουμε τη σημασία της αγάπης∙ κανένας δεν ξέρει τότε, πως η αγάπη είναι η πρώτη, η πιο άμεση έξοδος από τη θνητή μας υπόσταση∙ τότε ο καθένας μας νομίζει την αγάπη όνειρο, που μπορεί να διαρκέσει μια στιγμή ή μια ολάκερη ζωή, αλλά πάντοτε όνειρο, όχι στοιχείο που οικοδομεί την πραγματικότητα. Χρειάζεται να αφήσουμε την αγάπη πίσω μας, να έχουμε νιώσει την ηδονή του έρωτα στην πρωταρχική της και ουσιαστική της μορφή, να δυσκολευόμαστε ν’ αγαπήσουμε ξανά, για να μαντέψουμε και να προαισθανθούμε πως η αγάπη είναι η πιο άμεση, η πιο φυσιολογική και ήσυχη έξοδος από τη θνητή μας υπόσταση, και να κατανοήσουμε και να εκτιμήσουμε το αναφαίρετο βάρος τέτοιας εξόδου.
21-06-1938

William Powell Frith (1819-1909), Οι ερωτευμένοι. Ιδιωτική Συλλογή.

O William Powell Frith (1819-1909) ήταν διάσημος Βρετανός ζωγράφος της Βικτωριανής εποχής για τα έργα του που απεικόνιζαν σκηνές της καθημερινότητας με ρομαντικό τόνο.

William Powell Frith (1809-1919), Το παγκάκι της αγάπης…, 1875. Ιδιωτική Συλλογή.