Τρόπος εξέτασης του μαθήματος «Νεοελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία» Γ ΓΕΛ Πανελ. Εξετάσεις 2019-20

Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2016

Ποιήματα για τον πόλεμο. Ένα ποίημα του Θωμά Γκόρπα και ένα ποίημα του Νικηφόρου Βρεττάκου

Ποιήματα για τον ελληνοϊταλικό πόλεμο στο Αλβανικό Μέτωπο
Θωμάς Γκόρπας, Νικηφόρος Βρεττάκος

Δεν μου ταιριάζουν το ηρωικό πνεύμα και ο εορταστικός-πανηγυρικός χαρακτήρας των ημερών για το "Έπος" του 40. Για αυτό, επιλέγω δύο αντιηρωικά ποιήματα, δύο ποιήματα αντιπολεμικά (υπάρχουν πολλά), για να θυμόμαστε ότι στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν "νικητές" και "νικημένοι".  Ο πόλεμος είναι άδικος, είναι σκληρός, είναι οδυνηρός για όλους. Ο πόλεμος σημαίνει θάνατος. 


Τραυματίας. 1940. Τουλάχιστον δεν σκοτώθηκε. Φωτογραφία της Βούλας Παπαϊωάννου. 
Φωτογραφικό Αρχείο του Μουσείου Μπενάκη.


Με συγκινεί ο ρεαλισμός του Γκόρπα και η απομυθοποίηση του ελληνοϊταλικού πολέμου. 
Με συγκινεί, όμως, και ο λυρισμός του Νικηφόρου Βρεττάκου.

Θωμάς Γκόρπας, Το αλβανικό 
“Λένε κάποια τραγούδια και ιστορικά βιβλία
πως ο στρατός μας θαυματούργησε στην Αλβανία.
Αλλ’ ο πατέρας μου κανένα θαύμα δε θυμόταν
κι όταν τον ρώταγα τον πόλεμο τον καταριόταν.
– Ποιοι ήταν πατέρα οι νικηταί και ποιοι οι ηττημένοι;
– Στον πόλεμο, παιδί μου, υπάρχουν μόνο σκοτωμένοι…
Τα κρυοπαγήματα και τα κουρέλια του θυμόταν.
– Και τα ανδραγαθήματα; Ρωτούσα. Αποκρινόταν:
– Μπορεί οι νεκροί που τάφηκαν μέσα στο χιόνι
που πολεμήσαν μοναχοί και που πεθάναν μόνοι…
– Κ’ η Παναγία που σας προστάτευε πού ήτανε πατέρα
δεν ήταν δίπλα σας όταν φωνάζατε αέρα;
– Ίσως την έβλεπαν οι στρατηγοί την Παναγία
όταν μας ψάχνανε στους χάρτες μέσα στα γραφεία…”.

Θωμάς Γκόρπας, Ποιήματα, Κέδρος


Θεραπεία κρυοπαγημάτων των στρατιωτών. 1940-41. Aυτοί ήταν τυχεροί. Φωτογραφία της Βούλας Παπαϊωάννου. Φωτογραφικό Αρχείο του Μουσείου Μπενάκη.

Στρατιώτες και ημιαγωγοί. 1940-1941. Οι συνθήκες στο Ελληνοαλβανικό Μέτωπο ήταν ιδιαίτερα δύσκολες. Ορεινές διαδρομές σε δύσβατα και δυσπρόσιτα μέρη, χιόνι, παγετός και ψύχος. ...Και οι σφαίρες, τα κανόνια  του εχθρού... Φωτογραφία του Δημήτρη Χαρισιάδη. Φωτογραφικό Αρχείο του Μουσείου Μπενάκη.

Στρατιωτικό νοσοκομιακό αυτοκίνητο στο Μέτωπο. 1940.  Δεν μπορούσε, όμως, να φθάσει στις πλαγιές των χιονισμένων βουνών. Φωτογραφία του Δημήτρη Χαρισιάδη. Φωτογραφικό Αρχείο του Μουσείου Μπενάκη.


"Η Παναγιά μαζί σου". Επιστράτευση. 1940. Τον αποχαιρετά δίνοντας του να φιλήσει την εικονίτσα. Άραγε, επέστρεψε από το Μέτωπο; Φωτογραφία της Βούλας Παπαϊωάννου. Φωτογραφικό Αρχείο του Μουσείου Μπενάκη.


Νικηφόρος Βρεττάκος, Ένας στρατιώτης μουρμουρίζει στο Αλβανικό μέτωπο
«Ποιος θα μας φέρει λίγον ύπνο εδώ που βρισκόμαστε;
Θα μπορούσαμε τότες τουλάχιστο να ιδούμε πως έρχεται τάχατε η μάνα μας
βαστάζοντας στη μασχάλη της ένα σεντόνι λουλακιασμένο
με μια ποδιά ζεστασιά και κατιφέδες από το σπίτι μας.
Ένα φθαρμένο μονόγραμμα στην άκρη του μαντιλιού: ένας κόσμος χαμένος.
Τριγυρίζουμε πάνω στο χιόνι με τις χλαίνες κοκαλιασμένες.
Ποτέ δεν βγήκε ο ήλιος σωστός απ’ τα υψώματα του Μοράβα,
ποτέ δεν έδυσε ο ήλιος αλάβωτος απ’ τ’ αρπάγια της Τρεμπεσίνας.
Τρεκλίζω στον άνεμο χωρίς άλλο ρούχο, διπλωμένος με το ντουφέκι μου, παγωμένος και ασταθής.
(Σαν ήμουνα μικρός καθρεφτιζόμουνα στα ρυάκια της πατρίδας μου
δεν ήμουν πλασμένος για τον πόλεμο).»

Δε θα μου πήγαινε αυτή η προσβολή περασμένη υπό μάλης,
δε θα μου πήγαινε αυτό το ντουφέκι αν δεν ήσουν εσύ,
γλυκό χώμα που νιώθεις σαν άνθρωπος,
αν δεν ήτανε πίσω μας λίκνα και τάφοι που μουρμουρίζουν
αν δεν ήτανε άνθρωποι κι αν δεν ήταν βουνά με περήφανα
μέτωπα, κομμένα θαρρείς απ’ το χέρι του θεού
να ταιριάζουν στον τόπο, στο φως και το πνεύμα του.
Η νύχτα μας βελονιάζει τα κόκαλα μέσα στ’ αμπριά.
εκεί μέσα μεταφέραμε τα φιλικά μας πρόσωπα και τ’ ασπαζόμαστε
μεταφέραμε το σπίτι και την εκκλησιά του χωριού μας το κλουβί στο παράθυρο,
τα μάτια των κοριτσιών, το φράχτη του κήπου μας, όλα τα σύνορα μας, τ
ην Παναγία με το γαρούφαλο, ασίκισσα, που μας σκεπάζει τα πόδια πριν απ’ το χιόνι,
που μας διπλώνει στη μπόλια της πριν απ’ το θάνατο.
Μα ό,τι κι αν γίνει εμείς θα επιζήσουμε.
Άνθρωποι κατοικούν μες στο πνεύμα της Ελευθερίας αμέτρητοι,
Άνθρωποι όμορφοι μες στη θυσία τους, Άνθρωποι.
Το ότι πέθαναν, δεν σημαίνει πως έπαψαν να υπάρχουν εκεί,
με τις λύπες, τα δάκρυα και τις κουβέντες τους.
Ο ήλιος σας θα ‘ναι ακριβά πληρωμένος.
Αν τυχόν δεν γυρίσω, ας είστε καλά, σκεφτείτε για λίγο πόσο μου στοίχισε.
(Σαν ήμουνα μικρός καθρεφτιζόμουνα στα ρυάκια της πατρίδας μου
δεν ήμουν πλασμένος για τον πόλεμο).


Επιστράτευση. 1940. Αποχαιρετά τα δύο μικρά παιδιά του. Φαίνεται να λέει κάτι στο μεγαλύτερο, το αγοράκι στα δεξιά. Άραγε, επέστρεψε από το Μέτωπο; Φωτογραφία της Βούλας Παπαϊωάννου. Φωτογραφικό Αρχείο του Μουσείου Μπενάκη.

Στρατιώτης δίπλα σε παράθυρο. 1940. Μάλλον γράφει γράμμα. Μία καλλιτεχνική φωτογραφία του Δ. Χαρισιάδη. Υπέροχη η θέα από το παράθυρο. Ο πόλεμος, όμως, είναι πάντα παρών. Φωτογραφικό Αρχείο του Μουσείου Μπενάκη.




http://www.benaki.gr/index.asp?lang=gr&id=10201

4 σχόλια:

  1. Αγαπώ και τα δύο ποιήματα για το αντι-ηρωικό τους στοιχείο και χαίρομαι που τα επιλέξατε.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Φλασιά μου ήρθε το ποίημα του Εμπειρίκου:


    28 Oκτωβρίου 1940

    Ο ποταμός ξεχείλισε
    Ό,τι κι αν γράψω σήμερα
    Ό,τι κι αν πω την ώρα ετούτη
    Ό,τι κι αν κάμω όπου κι αν πάω
    Το παν θάναι για μένα
    Ένα τουφέκι που κρατώ στα χέρια κι αλαλάζω
    Κάτω τα χέρια από την μάνα μας Ελλάδα.

    Είμαι φιλήδονος και σοσιαλιστής
    Κ' έχω την γνώμη πως έτσι κάποτε θα μείνω
    Μ' αυτά που γίνηκαν και γίνονται στον κόσμο
    Και κάποτε να σηκωθώ και να φωνάξω
    Κάτω οι Εθνικοσοσιαλισταί
    Κάτω οι Φασισταί
    Κάτω οι βδελυροί υποκριταί της Μόσχας
    Πράγματι νυν υπέρ πάντων ο αγών
    Ζήτω η Ελλάς
    Ζήτω η Αγγλία
    Που πολεμάν γι' αυτά που αγαπάμε
    Ενάντια σε όσα μάς είναι μισητά.

    Νυν υπέρ πάντων ο αγών
    Η Ελευθερία δεν έγινε ποτέ
    Με ψέμματα ούτε με σκέτες θεωρίες
    Μα με τις πράξεις και οσάκις ήτο ανάγκη με το αίμα
    Εμπρός λοιπόν και να χτυπάμε στην καρδιά
    Σύντροφοι εμπρός
    Φωνάζω αλληλούια.

    (Ανέκδοτο ποίημα από το αρχείο του ποιητή Ανδρέα Εμπειρίκου. Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Ο πολίτης, τ. 57, Οκτώβριος 1998]

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Πολύ ενδιαφέρον ποίημα! Μου είχε διαφύγει τελείως. Ευχαριστώ πολύ που μου το θυμίσατε. Έχω αυτό το τεύχος του περιοδικού "Ο πολίτης", αλλά το είχα ξεχάσει...

      Διαγραφή