Τρόπος εξέτασης του μαθήματος «Νεοελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία» Γ ΓΕΛ Πανελ. Εξετάσεις 2019-20

Παρασκευή 9 Δεκεμβρίου 2016

Μπέρτολτ Μπρεχτ, Άννα μην κλαις

Μπέρτολτ Μπρεχτ, Άννα μην κλαις


Edvard Munch, Στον καναπέ. 1928-29. Μουσείο Μunch.

    Είναι πολύ γνωστό και αγαπημένο το αντιπολεμικό "γερμανικό τραγούδι" του Μπρεχτ, γιατί το έχουμε γνωρίσει μελοποιημένο. Γραμμένο στα 1936, την εποχή της κυριαρχίας του ναζισμού στη Γερμανία, εκφράζει την ανησυχία και το φόβο του ποιητικού υποκειμένου για τις επερχόμενες συμφορές του πολέμου, τις οποίες οι Γερμανοί και γενικά η Ευρώπη είχε ζήσει και στο εγγύς παρελθόν.  Ο Πρώτος Μεγάλος Πόλεμος (1914-1918) είχε πλήξει ανεπανόρθωτα την Ευρώπη και είχε αφήσει "ανοιχτές" διαφορές. Ο Δεύτερος Μεγάλος Πόλεμος ήταν προ των πυλών (1939-1945).
   Δραματικός μονόλογος. Το ποιητικό υποκείμενο απευθύνεται σε μία γυναικεία μορφή που την ονομάζει Άννα και προσπαθεί να την παρηγορήσει...

Μπέρτολτ Μπρεχτ, Γερμανικό τραγούδι

Μιλάνε για καιρούς δοξασμένους, και πάλι
(Άννα, μην κλαις)
Θα γυρέψουμε βερεσέ απ' το μπακάλη.

Μιλάνε για του έθνους, ξανά, την τιμή
(Άννα, μην κλαις)
Στο ντουλάπι δεν έχει ψίχα ψωμί.

Μιλάνε για νίκες που το μέλλον θα φέρει
(Άννα, μην κλαις)
Εμέναν όμως δε με βάζουν στο χέρι.

Ο στρατός ξεκινά
(Άννα, μην κλαις)
Σαν γυρίσω ξανά
θ' ακολουθώ άλλες σημαίες.

(1936)

Bertolt Brecht, Ποιήματα, μτφ. Μάριος Πλωρίτης, Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα 21983, σ. 54.

Edvard Munch, Γυναίκα στη βεράντα. 1924. Ιδιωτική Συλλογή.

2 σχόλια:

  1. Συγκλονιστικό το "Άννα, μην κλαις".
    Χρόνια πολλά με Άρη Αλεξάνδρου.


    Άννα

    Όλο μιλάω για γραμμές επίπεδα και πέτρες
    Για να μην τύχει και προσέξεις
    Πόσο διστάζω να σε αγγίξω

    Σαν τον κατάδικο που στέκει μες στη νύχτα
    Διστάζοντας να βάλει το απολυτήριο στην τσέπη
    Γιατί το ξέρει
    Πως τόσο φως δεν θα το αντέξει

    Είχα πάντα έτοιμο
    Ένα μικρό μπουκάλι πού ’ριχνα στη θάλασσα
    Βόρειο πλάτος – αλλάζει κάθε μέρα
    Μεσημβρινός – αλλάξει κάθε νύχτα
    Στίγμα – οι χειροπέδες μου
    Δεν το ’ριξα ποτέ

    Φαίνεται πως πάντοτε υπήρχε
    Όσο υπάρχεις
    Ταξιδεύω
    Θα σε βρω
    Όπου πατάς
    Πέφτουν πράσινα φύλλα

    Ίσως και να ’ναι πρόφαση
    Όπως προφασίζουμαι τα φύλλα
    Κι έχω κατά νου μου το νερό
    Όπως μιλάω για γεράνια
    Και βλέπω εκεί που αγγίξανε
    Τα χείλη σου το φως

    Τις νύχτες σκάβαμε κρυφά
    Μια υπόγεια σήραγγα
    Μ΄ ένα σουγιά μ΄ ένα πιρούνι με τα νύχια
    Σκάβαμε τις πέτρες
    Ξέροντας πως θα φτάσουμε το πολύ ως τη θάλασσα

    Κι όμως μάς ήταν ανάγκη
    να βλέπουμε τα χέρια μας να ζούνε
    μού ήτανε ανάγκη
    να βλέπω πως κοντεύω πόντο – πόντο
    να σε φτάσω

    Άρης Αλεξάνδρου - Ποιήματα

    ΑπάντησηΔιαγραφή