Τρόπος εξέτασης του μαθήματος «Νεοελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία» Γ ΓΕΛ Πανελ. Εξετάσεις 2019-20

Παρασκευή 20 Απριλίου 2012

Γιόζεφ Ροτ (Joseph Rot), Hotel Savoy

Γιόζεφ Ροτ (Joseph Rot), Hotel Savoy

Joseph Rot, Hotel Savoy, μετάφραση Μαρίας Αγγελίδου, εκδ. Άγρα, Αθήνα 2007, σ. 170.

   Είναι από τα βιβλία που κρατάω αδιάβαστα στη βιβλιοθήκη μου και περιμένω να φθάσει η κατάλληλη στιγμή για να τα διαβάσω. Ξέρω ότι βρίσκονται εκεί και τα ακούω να με καλούν σε ανάγνωση, αλλά εγώ περιμένω υπομονετικά, όπως και αυτά περιμένουν υπομονετικά να διαβαστούν...Είναι συνήθως ολιγοσέλιδα, μικρά και λεπτά σε όγκο, ελαφριά σε βάρος...Έτσι, τα αφήνω να περιμένουν. Θα τα διαβάσω κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού μου. Χωρούν στην τσάντα μου, μπορώ να τα πάρω μαζί μου...δε θα μου είναι βάρος...
  Διάβασα το βιβλίο του Γιόζεφ Ροτ Hotel Savoy στο αεροπορικό ταξίδι μου Θεσσαλονίκη-Μόναχο και Μόναχο-Βρυξέλλες. Το διάβασα σχεδόν απνευστί-αν μπορεί να διαβάσει κάποιος χωρίς να αναπνέει-. Το διάβαζα, καθώς περίμενα στο αεροδρόμιο του Μονάχου για να αλλάξω πτήση. Γοητεύτηκα από την αφήγηση του Ροτ...Ήξερα, βέβαια, ότι θα με συναρπάσει. Το ίδιο είχε συμβεί και όταν διάβαζα το αριστούργημά του Το Εμβατήριο Ραντέτσκυ (αυτό είναι ογκώδες).
  Η νουβέλα Hotel Savoy θεωρείται ότι είναι ένα από τα καλύτερα έργα του Γιόζεφ Ροτ. Γραμμένο το 1923, δημοσιεύτηκε αρχικά στη γερμανική εφημερίδα Frankfurter Zeitung το 1924 και απηχεί την ατμόσφαιρα του τέλους του πρώτου παγκοσμίου πολέμου (1914-1918). Η αφήγηση είναι μία αλληγορία για τη "σκοτεινή" Ευρώπη του Μεσοπολέμου, την Ευρώπη που ζει στη σκια του πολέμου και του φασισμού. Άλλωστε, ο ίδιος ο Ροτ ανήκει σ΄αυτή την εποχή και γνώρισε τον πόλεμο, αφού το 1916 πολέμησε στο πλευρό των Αυστριακών.

 Γιόζεφ Ροτ (1894-1939)

   Ο Γιόζεφ Ροτ  γεννήθηκε το 1894 από γερμανοεβραίους γονείς στο Μπρόντι, μια μικρή πόλη κοντά στο Λβοφ της Ανατολικής Γαλικίας που τότε βρισκόταν στην Αυστροουγγαρία των Αψβούργων και σήμερα στη Δυτική Ουκρανία. Η εβραϊκή καταγωγή της οικογένειάς του και η κουλτούρα της πάλαι ποτέ κραταιάς πολυεθνικής και πολύγλωσσης Αυτοκρατορίας των Αψβούργων φαίνεται ότι επηρέασαν σημαντικά τη ζωή και το έργο του.  Ο πατέρας του εγκατέλειψε την οικογένεια και ο Ροτ αναγκάστηκε να ζει με τους συγγενείς της μητέρας του. Σπούδασε στα Πανεπιστήμια του Λβοφ και της Βιέννης φιλοσοφία και γερμανική φιλολογία. Το 1916, όμως, άφησε τις σπουδές για να καταταγεί εθελοντικά στον αυστριακό αυτοκρατορικό στρατό και να συμμετάσχει στον Μεγάλο Πόλεμο. 
   Μετά τη λήξη του πολέμου και τη διάλυση της Αυτοκρατορίας των Αψβούργων, ο Ροτ εργάστηκε το 1918 σε αριστερές εφημερίδες της Βιέννης και το 1920 μετακόμισε στo Βερολίνο όπου ξεκίνησε μια επιτυχημένη καριέρα ως δημοσιογράφος για διάφορες εφημερίδες της γερμανικής πρωτεύουσας. Στη συνέχεια, έγινε ανταποκριτής της φιλελεύθερης εφημερίδας Frankfurter Zeitung και άρχισε τα ταξίδια σε όλη την Ευρώπη, ενώ ταυτόχρονα έγραφε τα λογοτεχνικά έργα του, στα οποία απεικονίζει αριστοτεχνικά τη ζωή της Μεσοπολεμικής Ευρώπης, αλλά και τα τελευταία χρόνια της παρακμής της Αυτοκρατορίας των Αψβούργων (βλ. το εξαιρετικό μυθιστόρημα του Το εμβατήριο Ραντέτσκυ). Την περίοδο αυτή λέγεται ότι ήταν από τους πιο περιζήτητους και ακριβοπληρωμένους ανταποκριτές της Γερμανίας. 

Γιόζεφ Ροτ: ένας από τους σημαντικότερους γερμανόγλωσσους συγγραφείς. Άπατρις και ανέστιος περιπλανήθηκε σε διάφορες πόλεις της Κεντρικής Ευρώπης για να καταλήξει μόνος και έρημος στο Παρίσι λίγο πριν την επικράτηση του ναζισμού.

   Στα κείμενά του πολύ συχνά εκφράζει απαισιοδοξία και μελαγχολία για το μέλλον της Ευρώπης και τη νοσταλγία του για την αυτοκρατορική περίοδο της Κεντρικής Ευρώπης προ του 1914. Ένα γεγονός καθοριστικό για τη ζωή του που τον βύθισε σε συναισθηματική κατάπτωση και οικονομική κρίση ήταν η ανίατη ασθένεια της γυναίκας του (είχε σχιζοφρένεια) και ο εγκλεισμός και θάνατός της σε ίδρυμα (σκοτώθηκε από τους Ναζί). 
  Με την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία το 1933 ο Ροτ, ο οποίος ήταν γνωστός φιλελεύθερος εβραίος δημοσιογράφος, αναγκάστηκε να φύγει οριστικά από τη Γερμανία και να εγκατασταθεί μόνιμα στην αγαπημένη του πόλη, το Παρίσι, στο οποίο πήγαινε συχνά και τα προηγούμενα χρόνια.
   Ο Ροτ ήταν από τους πρώτους που είχαν εντοπίσει και στηλιτεύσει τον Χίτλερ ήδη από το 1922. Ωστόσο, ο ίδιος, είχε ασκήσει κριτική και στη συμβιβαστική στάση που ακολουθούσε η εβραϊκή κοινότητα. Από το 1932 είχε δηλώσει σ' ένα φίλο του: "Πρέπει να φύγουμε. Θα κάψουν τα βιβλία μας και θα είμαστε εμείς ο στόχος...Πρέπει να φύγουμε ώστε μόνο τα βιβλία μας να παραδοθούν στην πυρά...". 
   Πέθανε στο Παρίσι την 27η Μαΐου 1939, προτού καταλάβουν την πόλη αυτοί από τους οποίους είχε προσπαθήσει να ξεφύγει. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του στο Παρίσι ήταν δύσκολα και χαρακτηρίζονταν από μοναξιά, αλκοολισμό και κλονισμένη υγεία (έπασχε από χρόνιο αλκοολισμό που χειροτέρεψε τα τελευταία χρόνια και είχε σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία του), οικονομική δυσπραγία, περιπλάνηση, φόβο και απαισιοδοξία για το μέλλον, απώλεια αγαπημένων προσώπων (ασθένεια της γυναίκας του, αυτοκτονία του αγαπημένου φίλου του) .

 To Ξενοδοχείο Savoy στην πολωνική πόλη Lodz.  Λειτούργησε για πρώτη φορά το 1912. Ανακαινίστηκε πρόσφατα και λειτουργεί πάλι ως ξενοδοχείο. Θεωρείται ότι από αυτό το ξενοδοχείο εμπνεύστηκε ο Γιόζεφ Ροτ την ομώνυμη νουβέλα, στην οποία, όπως και σ' άλλα κείμενά του, είναι προφανή τα αυτοβιογραφικά στοιχεία.

   Η ιστορία της νουβέλας Hotel Savoy τοποθετείται χρονικά μετά τη λήξη του Μεγάλου Πολέμου (του πρώτου παγκοσμίου πολέμου) σε μία ανώνυμη μικρή πόλη στα ανατολικά σύνορα της Ευρώπης, στα σύνορα της Αυστροουγγαρίας με τη Ρωσία. Το αφήγημα αποτελείται από 4 "βιβλία" και 30 σύντομα κεφάλαια, στα οποία "ακούμε" τη φωνή του κύριου ήρωα-αφηγητή, του Γκάμπριελ Νταν. Αυτός είναι πρώην αιχμάλωτος στρατιώτης του αυστριακού στρατού, ο οποίος βρέθηκε στην πόλη κατά την επιστροφή του από  το στρατόπεδο αιχμαλωσίας στη Σιβηρία. Η Ρωσία απελευθερώνει καθημερινά τους αιχμαλώτους πολέμου που συγκεντρώνονται όλο και περισσότεροι σε πόλεις της μεθορίου για να περάσουν στην Αυστρία και τη Γερμανία.
  Καθώς, λοιπόν, επιστρέφει από το στρατόπεδο αιχμαλωσίας, καταπονεμένος και εξαντλημένος, ο Νταν σταματά στην πόλη και εγκαθίσταται στο ξενοδοχείο Savoy για να ξεκουραστεί αλλά και για να επισκεφθεί τον πλούσιο θείο του που κατοικεί στην ίδια πόλη.   Ενώ, όμως, περνούν οι μέρες και μάταια περιμένει άπρακτος οικονομική ενίσχυση από το μάλλον αδιάφορο και ψυχρό θείο, για να γυρίσει στην πατρίδα, ο ήρωας μας γοητεύεται από το ξενοδοχείο και τους κατοίκους του. 
   Ο νέος άντρας ανακαλύπτει στους ορόφους του πελώριου ξενοδοχείου την κρυφή ζωή ενός συναρπαστικού κόσμου που ο ίδιος φαίνεται να τον παρακολουθεί από απόσταση αλλά και ταυτόχρονα να βυθίζεται μέσα του και να γίνεται μέλος του. Μέσα από το βλέμα του ήρωα ανακαλύπτουμε κι εμείς, οι αναγνώστες, την κρυφή ζωή των ανθρώπων του ξενοδοχείου, παρακολουθούμε εικόνες από την καθημερινότητά τους, εισχωρούμε στα δωμάτια και στις ζωές τους, μαθαίνουμε για τους φόβους, τις αγωνίες, τη μοναξιά, τα όνειρά τους, μοιραζόμαστε στιγμές από την ημέρα και τη νύχτα τους... 

   Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το Hotel Savoy είναι ένα σύμβολο. To εντυπωσιακό οικοδόμημα του ξενοδοχείου αποτελείται από επτά ορόφους. Ο αφηγητής-ήρωας σύντομα διαπιστώνει ότι στους τρεις πρώτους ορόφους, όπου τα δωμάτια είναι πολυτελείας, ζουν οι πλούσιοι, ενώ οι φτωχοί διαμένουν στα λιτά δωμάτια των τελευταίων ορόφων με την αγωνία της έξωσης, γιατί πρέπει σχεδόν καθημερινά να προσπαθούν να εξοικονομήσουν χρήματα για να πληρώσουν τη διαμονή τους. Ο ίδιος μένει στον έκτο όροφο. Πάνω απ΄αυτόν μένουν οι πιο φτωχοί που αναγκάζονται να βάζουν σε ενέχυρο τις αποσκευές τους, επειδή εδώ και καιρό δεν πληρώνουν το ξενοδοχείο. Όλοι οι ένοικοι  ζουν με την αγωνία της επιθεώρησης που γίνεται κατά διαστήματα από τον διευθυντή του ξενοδοχείου (φέρει το ελληνικό όνομα Καλογερόπουλος), τον οποίο κανείς δεν έχει δει. Κάθε φορά που ο Καλογερόπουλος επιθεωρεί το ξενοδοχείο, οι ένοικοι, που χρωστούν χρήματα, βρίσκουν την ειδοποίηση για την πληρωμή του λογαριασμού στο δωμάτιό τους...


Edw. Hopper, Lobby Hotel. 1943. Museum of Art. Indianapolis


«Το Hotel Savoy, με τα εφτά του πατώματα, τον χρυσό του θυρεό και τον πορτιέρη με τη στολή, φαντάζει στα μάτια μου πιο ευρωπαϊκό απ' όλα τ' άλλα ξενοδοχεία της Ανατολής. […] Σαν τον κόσμο ήταν αυτό το Hotel Savoy: απ' έξω έλαμπε, άστραφτε μεγαλόπρεπο με τα εφτά του πατώματα, αλλά στα ψηλά του κρυβόταν η φτώχεια, αυτοί που ζούσαν στους πάνω ορόφους ήταν στην πραγματικότητα χαμηλά, πολύ χαμηλά, θαμμένοι σε αέρινους τάφους· κι οι τάφοι ήταν σε στρώματα πάνω από τα άνετα δωμάτια των καλοφαγωμένων ενοίκων, που κάθονταν κάτω, ήσυχοι και βολεμένοι, δίχως να ενοχλούνται από τα φέρετρα τα στοιβαγμένα στα τελευταία πατώματα...».


Edw. Hopper, Παράθυρο ξενοδοχείου. 1956. Ιδιωτική Συλλογή.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου