Τρόπος εξέτασης του μαθήματος «Νεοελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία» Γ ΓΕΛ Πανελ. Εξετάσεις 2019-20

Παρασκευή 24 Ιουλίου 2015

Θαλασσινό όνειρο. Ένα ποίημα του Ρώμου Φιλύρα και θαλασσογραφίες του Βασίλειου Χατζή

Η θάλασσα στην ποίηση και τη ζωγραφική. Θαλασσινό όνειρο του Ρώμου Φιλύρα

   Για τη θάλασσα σήμερα ο λόγος. Ένα ποίημα του ονειροπόλου και τρυφερού Ρώμου Φιλύρα και μία επιλογή από τις πολλές θαλασσογραφίες με ψαρόβαρκες και καΐκια, που έχει ζωγραφίσει ένας από τους σημαντικότερους θαλασσογράφους της νεοελληνικής τέχνης, ο Βασίλειος Χατζής (1870-1918). Ο Χατζής υπήρξε μαθητής του επίσης γνωστού Έλληνα θαλασσογράφου, του Κωνσταντίνου Βολανάκη.

Βασίλειος Χατζής (1870-1915), Θαλασσογραφία. Εθνική Πινακοθήκη.

Βασίλειος Χατζής (1870-1915), Φιγούρες στην παραλία. Ιδιωτική Συλλογή.

Ρώμος Φιλύρας, Θαλασσινό όνειρο

Πρωινές και παιχνιδιάρικες, βαρκούλες, με τα φύκια
δεμένες, ξεχασμένες λες στου μόλου μια μεριά
και σεις χρυσά μου, ολόχρυσα του δειλινού καΐκια
που χάνεστε μακριά…

Βασίλειος Χατζής (1870-1915), Ειρηνική σκηνή στην ακροθαλασσιά. Ιδιωτική Συλλογή.

Βασίλειος Χατζής (1870-1915), Βάρκες σε ήρεμα νερά. Ιδιωτική Συλλογή.

Βασίλειος Χατζής (1870-1915), Ψάρεμα. Ιδιωτική Συλλογή.

Συλλογισμένα καΐκια μου, γλυκογελούμενα όντας
απλώνει ο φλόκος το πουρνό και πριν ο γήλιος βγει,
-γλυκέ, ψαρά μου ξένοιαστε, που σιγοτραγουδώντας
κινάτε αυγήν αυγή…

Βασίλειος Χατζής (1870-1915), Καράβι στο καρνάγιο. 1910. Εθνική Πινακοθήκη.

Βασίλειος Χατζής (1870-1915), Ψαροκάικα. Ιδιωτική Συλλογή.

Καΐκια ταξιδιάρικα με τ᾽ανοιχτό πανάκι
και την ψυχή μου πάρτε τη σε μια αυγή χρυσή
ωσπού ν᾽αράξουμε μαζί,  μακριά σ᾽ένα νησάκι:
στο λιόχαρο νησί... 

Βασίλειος Χατζής (1870-1915), Βάρκα. Ιδιωτική Συλλογή.

2 σχόλια:

  1. "Πρόλογοι Στο Τι Είναι Πιθανόν"
    I
    Υπήρχε μια ηρεμία του μυαλού όπως όταν είσαι μόνος σου σε βάρκα στη θάλασσα,
    Μια βάρκα που προωθούν κύματα που μοιάζουν στιλπνές πλάτες κωπηλατών,
    Σφίγγοντας τα κουπιά τους, λες και ήταν βέβαιοι για τον δρόμο προς τον
    προορισμό τους,
    Σκύβοντας προς τα εμπρός και κατόπιν όρθιοι κρατώντας τις ξύλινες λαβές,
    Υγροί από το νερό και λάμποντας στην ενότητα της κίνησής τους.

    Η βάρκα ήταν φτιαγμένη από πέτρες που είχαν χάσει το βάρος τους και καθώς δεν
    ήταν πια βαριές
    Μια ακτινοβολία μόνον είχε μείνει μέσα τους, ασυνήθιστης καταγωγής,
    Έτσι ώστε εκείνος που σηκωνόταν μέσα στη βάρκα γέρνοντας και κοιτάζοντας
    μπροστά του
    Δεν φαινόταν για κάποιον που ταξίδευε έξω και πέρα από ό,τι είναι οικείο.

    Ανήκε στην για τα πολύ ξένα αναχώρηση του σκάφους του και ήταν μέρος της,
    Μέρος του κατόπτρου της φωτιάς στην πλώρη του, σύμβολό του, όποιο και αν ήταν,
    Μέρος των γυάλινων, νόμιζες, τοιχωμάτων στα οποία γλιστρούσε πάνω από το
    λεκιασμένο με αλάτι νερό,
    Καθώς ταξίδευε μόνος του, όπως ένας άνθρωπος δελεασμένος από μια συλλαβή
    χωρίς κανένα νόημα,
    Μια συλλαβή για την οποία ένιωθε, με μια καθορισμένη βεβαιότητα,
    Πως περιείχε το νόημα στο οποίο ήθελε να εισέλθει,
    Ένα νόημα που, καθώς εισερχόταν μέσα του, θα θρυμμάτιζε τη βάρκα και θα
    ηρεμούσε τους κωπηλάτες
    Όπως σε ένα σημείο κεντρικής άφιξης, μια προς στιγμήν στιγμή, μεγάλη ή μικρή,
    Απομακρυσμένο από κάθε ακτή, από κάθε άντρα ή γυναίκα, και χωρίς να
    χρειάζεται κανέναν.

    Γουάλας Στήβενς, ΣΕ ΑΠΟΔΟΣΗ ΓΙΩΡΓΟΥ ΧΟΥΛΙΑΡΑ

    ΑπάντησηΔιαγραφή