Σοφία Μαυροειδή Παπαδάκη (1898-1977), ποιήματα για τη δασκάλα
Παγκόσμια Ημέρα αφιερωμένη στους εκπαιδευτικούς είναι η σημερινή (5 Οκτωβρίου), για αυτό σκέφτηκα να μιλήσω για τη Σοφία Μαυροειδή Παπαδάκη (1898-1977), η οποία υπήρξε φωτισμένη εκπαιδευτικός σχεδόν για σαράντα χρόνια. Από φτωχή αγροτική οικογένεια της Κρήτης σπούδασε με στερήσεις και στην αρχή εργάστηκε ως δασκάλα, για να συνεχίσει αργότερα στην Αθήνα τις σπουδές της στη Φιλοσοφική Σχολή ώστε να γίνει φιλόλογος. Έγραψε ποιήματα, δοκίμια και μελέτες, διηγήματα. Έκανε επίσης μεταφράσεις ποιημάτων αλλά και θεατρικών κειμένων. Τα ποιήματά της διακρίνονται από πηγαίο λυρισμό που συγκινεί, και κοινωνική ευαισθησία απέναντι στους φτωχούς ανθρώπους της βιοπάλης.
Konstantin Trutovski (1826-1893), Η δασκάλα του χωριού. Ιδιωτική Συλλογή.
Η Σοφία Μαυροειδή Παπαδάκη κινήθηκε στους προοδευτικούς κύκλους λογοτεχνών και έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη βελτίωση της εκπαίδευσης. Οραματιζόταν ένα κόσμο δίκαιο για όλους και ονειρευόταν ένα σχολείο που θα άνοιγε τους ορίζοντες των μαθητών.
Μία παρέα λογοτεχνών που ενδιαφέρονταν για τη βελτίωση της εκπαίδευσης. Από αριστερά Μάρκος Αυγέρη, Γαλάτεια Καζαντζάκη, Σοφία Μαυροειδή Παπαδάκη και Έλλη Αλεξίου. 1927.
Η Σοφία Μαυροειδή Παπαδάκη υπήρξε μέλος του αριστερού κινήματος. Έγραψε, μαζί με την Έλλη Αλεξίου, τον Ύμνο του ΕΛΑΣ.
Από αριστερά Βάσος Δασκαλάκης, Γαλάτεια Καζαντζάκη, Σοφία Μαυροειδή Παπαδάκη, Έλλη Αλεξίου. 1927.
Επιλέγω τρία αυτοαναφορικά ποιήματα με αυτοβιογραφικά στοιχεία που μιλούν για τα αισθήματα μίας φτωχής δασκάλας. Το ποίημα "Η δασκάλα" ήταν το πρώτο ποίημα με το οποίο έγινε γνωστή και έλαβε θετικά σχόλια.
Σοφία Μαυροειδή Παπαδάκη, Η δασκάλα
Πόσες φορές αποτραβιέται
μοναχή, πέρα απ’ τα παιδιά
και πικραμένη συλλογιέται
όσα της σφίγγουν την καρδιά.
Ω τα χρυσά που έφυγαν νιάτα
μ’ όνειρα πόσα ήταν γεμάτα !
Προβιβασμός, υποτροφία,
κάποια της τύχης αλλαγή,
δύο τρία χρόνια υπηρεσία
κι’ ένας λεβέντης μιαν αυγή,
που θα την κλειούσε αρχόντισά του
Στο σπίτι του και στην καρδιά του.
Μάταν φτωχό το σπιτικό της
και καρτερούσαν να θραφούν
γονιοί κι’ αδέλφια απ’ το μιστό της
και χρέη παλιά να πλερωθούν.
Κι’ αυτός, μικρός, δεν εξαρκούσε
κι’ όλο πιο μπρος τον εξοφλούσε.
Έχει σβυστεί στο πρόσωπό της
κάθε της νιότης ομορφιά.
Κι’ όσα διδάσκει στο σκολειό της
δεν τα πιστεύει εκείνη πια.
Κι’ όλο και γίνεται η δασκάλα
πιο νευρική και πιο ασπρομάλλα.
Άλλες μαθήτριες παντρευτήκαν
άλλες, παιδάκια, εγίναν νιές
από τη μνήμη της σβυστήκαν
πόσες εδίδαξε γενιές.
Στη νιότη τους, π’ ανθεί και δένει,
μετράει τα χρόνια της θλιμμένη.
Κι’ όμως, στην έδρα της εκείνη,
για λευτεριά, για δικαιοσύνη,
διδάσκει πάντα και κηρύττει,
με ραγισμένη τη φωνή,
π’ όλο και βγαίνει πιο βραχνή
από το χρόνιο φαρυγγίτη.
μοναχή, πέρα απ’ τα παιδιά
και πικραμένη συλλογιέται
όσα της σφίγγουν την καρδιά.
Ω τα χρυσά που έφυγαν νιάτα
μ’ όνειρα πόσα ήταν γεμάτα !
Προβιβασμός, υποτροφία,
κάποια της τύχης αλλαγή,
δύο τρία χρόνια υπηρεσία
κι’ ένας λεβέντης μιαν αυγή,
που θα την κλειούσε αρχόντισά του
Στο σπίτι του και στην καρδιά του.
Μάταν φτωχό το σπιτικό της
και καρτερούσαν να θραφούν
γονιοί κι’ αδέλφια απ’ το μιστό της
και χρέη παλιά να πλερωθούν.
Κι’ αυτός, μικρός, δεν εξαρκούσε
κι’ όλο πιο μπρος τον εξοφλούσε.
Έχει σβυστεί στο πρόσωπό της
κάθε της νιότης ομορφιά.
Κι’ όσα διδάσκει στο σκολειό της
δεν τα πιστεύει εκείνη πια.
Κι’ όλο και γίνεται η δασκάλα
πιο νευρική και πιο ασπρομάλλα.
Άλλες μαθήτριες παντρευτήκαν
άλλες, παιδάκια, εγίναν νιές
από τη μνήμη της σβυστήκαν
πόσες εδίδαξε γενιές.
Στη νιότη τους, π’ ανθεί και δένει,
μετράει τα χρόνια της θλιμμένη.
Κι’ όμως, στην έδρα της εκείνη,
για λευτεριά, για δικαιοσύνη,
διδάσκει πάντα και κηρύττει,
με ραγισμένη τη φωνή,
π’ όλο και βγαίνει πιο βραχνή
από το χρόνιο φαρυγγίτη.
Από την ποιητική συλλογή Ώρες Αγάπης (1934).
George Goodwin Kilburne (1839-1924), Το μάθημα. 1892.
Και τα δύο παρακατω ποιήματα έχουν αυτοβιογραφικά στοιχεία. Η Σοφία αναγκάστηκε να παραδίδει ιδιαίτερα μαθήματα, όταν πήγε στην Αθήνα για να συνεχίσει τις σπουδές της.
Σοφία Μαυροειδή Παπαδάκη, Ιδιαίτερο μάθημα
Mε το μάθημα τούτο τη φτωχή μου τη ζήση
-δραχμές χίλιες μου δίναν- είχα πια ξασφαλίσει.
Στο φαΐ μου οχτακόσιες -μια ζωή μετρημένη-
για το νοίκι διακόσες -καμαρούλα μια πήχυ-
και για τ’ άλλα, σκεφτόμουν, κάτι πάλι θα τύχει.
Ήταν κάποια κυρία κοσμική, καλεσμένη
στα μεγάλα σαλόνια κι’ είχε ανάγκη να ξέρει
για τον Όμηρο κάτι, για της Λέσβου τη λύρα,
στην κουβέντα της στίχους πού και πού ν’ αναφέρει,
ν’ απαγγέλλει Mαβίλη, Kαβάφη, Πορφύρα.
Ένα μάθημα ακόμα κι η ζωή θαν’ ωραία,
συλλογιόμουν’ στο τέλος θα της μάθω κι αρχαία.
Όταν ξάφνου μου λέει, «θα σας πάψω ένα μήνα’
πού καιρός για μελέτη, το τριώδι έχει ανοίξει’
ξενυχτώ κάθε βράδυ στους χορούς κολομπίνα.
Kαι θαρρώ, δε σας έχω το κοστούμι μου δείξει.
Tι succ?s πού’ χω κάνει! το πιο φίνο lam?e!
Δεκαπέντε χιλιάδες μου κοστίζει’ μοντέλο
το Grand Chic απ’ ευθείας το ’χει φέρει για με.
Kι assorti πώς μου πάει μυτερό το καπέλο!»
Θα ’πε κι άλλα, δεν ξέρω, το μυαλό μου, σα σφήνα,
μια κουβέντα τρυπούσε: «Θα σας πάψω ένα μήνα».
Mε το μάθημα τούτο τη φτωχή μου τη ζήση
-δραχμές χίλιες μου δίναν- είχα πια ξασφαλίσει.
Στο φαΐ μου οχτακόσιες -μια ζωή μετρημένη-
για το νοίκι διακόσες -καμαρούλα μια πήχυ-
και για τ’ άλλα, σκεφτόμουν, κάτι πάλι θα τύχει.
Ήταν κάποια κυρία κοσμική, καλεσμένη
στα μεγάλα σαλόνια κι’ είχε ανάγκη να ξέρει
για τον Όμηρο κάτι, για της Λέσβου τη λύρα,
στην κουβέντα της στίχους πού και πού ν’ αναφέρει,
ν’ απαγγέλλει Mαβίλη, Kαβάφη, Πορφύρα.
Ένα μάθημα ακόμα κι η ζωή θαν’ ωραία,
συλλογιόμουν’ στο τέλος θα της μάθω κι αρχαία.
Όταν ξάφνου μου λέει, «θα σας πάψω ένα μήνα’
πού καιρός για μελέτη, το τριώδι έχει ανοίξει’
ξενυχτώ κάθε βράδυ στους χορούς κολομπίνα.
Kαι θαρρώ, δε σας έχω το κοστούμι μου δείξει.
Tι succ?s πού’ χω κάνει! το πιο φίνο lam?e!
Δεκαπέντε χιλιάδες μου κοστίζει’ μοντέλο
το Grand Chic απ’ ευθείας το ’χει φέρει για με.
Kι assorti πώς μου πάει μυτερό το καπέλο!»
Θα ’πε κι άλλα, δεν ξέρω, το μυαλό μου, σα σφήνα,
μια κουβέντα τρυπούσε: «Θα σας πάψω ένα μήνα».
Από την ποιητική συλλογή Ώρες Αγάπης (1934).
Jean Baptiste Simeon Chardin (1699-1779), H νεαρή δασκάλα. 1736. Εθνική Πινακοθήκη.
John George Brown, Ποιο είναι το όνομά σου; 1876. Ιδιωτική Συλλογή.
Σοφία Μαυροειδή Παπαδάκη, Δουλίτσα
Ένα αδύναμο κορμάκι,
με στεφάνι τις πλεξούδες
στο μικρό της κεφαλάκι,
πως θυμούμαι τη Λενιώ !
Σ’ ένα σπίτι ήταν δουλίτσα,
που δασκάλα ήμουν εγώ.
Και στην ίδιαν ηλικία,
καπριτσιόζα, χαϊδεμένη,
μια μικρή κυρά από τότες,
η μαθήτρια μου η Λουκία,
εβασάνιζε κι εμένα
και τη δόλια την Ελένη.
Πως θυμούμαι τη λαχτάρα
στα δύο μάτια τα μεγάλα
- ένα ρώτημα καθένα -
της μικρής δουλίτσας, όταν
με το δίσκο της ερχόταν,
να τρατάρει τη δασκάλα !
Έκανε πως συγυρνούσε,
μέσ’ στην κάμαρα κι αυτή,
κι όλο εκοίταε το βιβλίο,
πάντα δίπλα στο γραφείο,
κι όλο ετέντωνε τ’ αυτί.
Και, για χάρη της, μιλούσα
όλο πάθος και φωτιά.
Κι άρχιζα κι ανιστορούσα
για Νεράϊδες, για Στοιχειά,
για κρυστάλλινα παλάτια
κι η μικρούλα, μαγεμένη,
με ρουφούσε με τα μάτια.
Ώσπου μια φωνή απ’ τα πλάγια,
λες από το παραμύθι
μια Γοργόνα θυμωμένη,
μας αντίσκοβε τα μάγια ...
Κι η δουλίτσα στην κουζίνα
ξαναπήγαινε, θλιμμένη.
Με τα μάτια τα μεγάλα
- ένα ρώτημα καθένα -
τι να γίνεται η Λενιώ ;
Τι να γίνεται η φτωχούλα !
Σ’ άλλο σπίτι θάναι δούλα,
όπως μια φτωχή δασκάλα,
σ’ άλλο σπίτι είμαι κι εγώ
Ένα αδύναμο κορμάκι,
με στεφάνι τις πλεξούδες
στο μικρό της κεφαλάκι,
πως θυμούμαι τη Λενιώ !
Σ’ ένα σπίτι ήταν δουλίτσα,
που δασκάλα ήμουν εγώ.
Και στην ίδιαν ηλικία,
καπριτσιόζα, χαϊδεμένη,
μια μικρή κυρά από τότες,
η μαθήτρια μου η Λουκία,
εβασάνιζε κι εμένα
και τη δόλια την Ελένη.
Πως θυμούμαι τη λαχτάρα
στα δύο μάτια τα μεγάλα
- ένα ρώτημα καθένα -
της μικρής δουλίτσας, όταν
με το δίσκο της ερχόταν,
να τρατάρει τη δασκάλα !
Έκανε πως συγυρνούσε,
μέσ’ στην κάμαρα κι αυτή,
κι όλο εκοίταε το βιβλίο,
πάντα δίπλα στο γραφείο,
κι όλο ετέντωνε τ’ αυτί.
Και, για χάρη της, μιλούσα
όλο πάθος και φωτιά.
Κι άρχιζα κι ανιστορούσα
για Νεράϊδες, για Στοιχειά,
για κρυστάλλινα παλάτια
κι η μικρούλα, μαγεμένη,
με ρουφούσε με τα μάτια.
Ώσπου μια φωνή απ’ τα πλάγια,
λες από το παραμύθι
μια Γοργόνα θυμωμένη,
μας αντίσκοβε τα μάγια ...
Κι η δουλίτσα στην κουζίνα
ξαναπήγαινε, θλιμμένη.
Με τα μάτια τα μεγάλα
- ένα ρώτημα καθένα -
τι να γίνεται η Λενιώ ;
Τι να γίνεται η φτωχούλα !
Σ’ άλλο σπίτι θάναι δούλα,
όπως μια φτωχή δασκάλα,
σ’ άλλο σπίτι είμαι κι εγώ
Από την ποιητική συλλογή Λουλούδι της τέφρας (1966)
Μια χαρά για την εποχή της η ποιήτρια.
ΑπάντησηΔιαγραφήΓια τη δική μας εποχή:
ΕΥΔΟΚΙΜΟΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑ
Γηράσκομεν διδάσκοντες αεί
μέσα σε κρύες αίθουσες
μ’ αυθάδικην ηχώ
τυμπάνου αλαλάζοντος
Εμείς γηράσκομεν αεί
διδάσκοντες αυτούς
που είναι πάντα νέοι
-ένα ποτάμι που διαρκώς
αλλάζει τα νερά του-
Κι από τ’ αυτιά μας
όλο ξεμακραίνει η βουή
καθώς εμείς διδάσκοντες
γηράσκομεν αεί
καρτερικά προσμένοντας
να μας σαρώσει
η τριακονταπενταετής
ευδόκιμος υπηρεσία
ΤΑΣΟΥΛΑ ΚΑΡΑΓΕΩΡΓΙΟΥ
Το αγαπώ πολύ αυτό το ποίημα της Τασούλας Καραγεωργίου!
ΑπάντησηΔιαγραφή