Νικηφόρος Βρεττάκος, η μητέρα μου στην εκκλησία
Απόστολος Γεραλής (1886-1983), στην εκκλησία. 1914.
Θεόδωρος Ράλλης (1852-1900), Ευλάβεια.
Ο βαθύτατα ανθρωπιστής Νικηφόρος Βρεττάκος με συγκινεί ιδιαίτερα με το τρυφερό ποίημα "η μητέρα μου στην εκκλησία" (1957). Το ποιητικό υποκείμενο μας μεταφέρει με συγκρατημένο λυρισμό την εικόνα της μαυροφορεμένης μητέρας με τη μαντήλα στο κεφάλι να πηγαίνει στην εκκλησία. Μία ξεχασμένη εικόνα από την ελληνική ύπαιθρο. Ιδού ένα απόσπασμα...
Άλλαξε τη μπόλια* της η μητέρα μου κι ετοιμάστηκε
να πάει στην εκκλησία.
Καθαρή σαν αστέρι,
παρόλα τα μαύρα της, κατεβαίνει τα πέτρινα
σκαλοπάτια κοιτάζοντας την ευγένεια του ήλιου
και τις άσπρες πορτοκαλιές. Δεν ξέρει η μητέρα μου
τι είναι ο ήλιος. Τον φαντάζεται αγάπη
που ανατέλλει στον ουρανό — δεν ξέρει η μητέρα μου.
Δεν ξέρει αν ήτανε Σάββατο χτες,
δεν ξέρει αν αύριο είναι Δευτέρα.
Ωστόσο τις μέρες τις γνωρίζει καλά.
Η Κυριακή μυρίζει βασιλικό
κι η φωνή της καμπάνας είναι γλυκιά.
Δεν ξέρει πώς γίνεται. Γύρω της όλα
φαίνονται φρέσκα, δείχνουν αλλιώς.
...
Απόστολος Γεραλής (1886-1983), Στην εκκλησία.
Θεόδωρος Ράλλης (1852-1909), Στιγμή περισυλλογής.
Στέκεται ακίνητη πλάι στο στασίδι της.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠαρ΄όλο το πλήθος, δείχνει ολομόναχη.
Κοιτώντας τον Παντοκράτορα δεν ξέρει η μητέρα μου, πως
ο παντοδύναμος βρίσκεται μέσα στον άνθρωπο.
Πως είναι απ' το χέρι του που κρέμονται όλα και πως
ολόκληρη η γης, δεν είναι παρά ένα
μικρό Ναγκασάκι.
...
Είναι τώρα θαρρώ καιρός να της γράψω
στη γλώσσα της. Με λέξεις αγράμματες.
Να της γράψω πως είμαι καλά. Πως είμαστε τώρα
όλοι καλά, από πάνω τον έσπερο ως κάτω
τα λαγκάδια της Πλούμιτσας:
"Σεβαστή μου μητέρα,
δύο χιλιάδες Αμερικανοί επιστήμονες
υπογράψανε έκκληση. Υπογράψανε για όλα
όσα αγαπάς. Κι αγαπώ. Και για σένα.
Στείλε τους ένα κλωνάρι βασιλικό. Στείλε τό μου εμένα
κι εγώ, βάζοντάς το μέσα σ' ένα χαρούμενο
και γρήγορο φάκελο, θα τους γράψω:
"Απ' τη μάνα μου".
Νικηφόρος Βρεττάκος, Η ΜΗΤΕΡΑ ΜΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ(1957)
Ευχαριστώ πολύ που το συνέχισες!
ΑπάντησηΔιαγραφή