Του Φθινοπώρου. Μαρία Πολυδούρη και Isaac Levitan
Ήρθε για τα καλά το Φθινόπωρο. Νομίζω πως δεν μπορούμε πια να παρατείνουμε τις μέρες του Καλοκαιριού. Ας αποδεχθούμε ότι ήρθε του "Φθινοπώρου η Ώρα" με δύο σονέττα μίας "Φθινοπωρινής" ποιήτριας, της Μαρίας Πολυδούρη, που προέρχονται από τη συλλογή "Οι τρίλλιες που σβήνουν".
Η μελαγχολική διάθεση και η συμβολική ταύτιση της ψυχικής κατάστασης με την εποχή του Φθινοπώρου, ο αναβλύζων λυρισμός, η σχεδόν θρησκευτική λατρεία της φύσης και εν τέλει ο νεορομαντισμός της ποιήτριας, μου θύμισαν τα φθινοπωρινά τοπία του Ρωσοεβραίου ρομαντικού ζωγράφου Ιsaac Levitan (1860-1900).
Isaac Levitan, Φθινοπωρινές ημέρες. Sokolniki. 1879.
Μαρία Πολυδούρη, Αφιέρωση
Φίλε, τοῦ φθινοπώρου ἦρθεν ἡ Ὥρα
στὴν πόρτα μου ἔξω. Κίτρινο φορεῖ
στεφάνι ἀπὸ μυρτιά. Στὰ νικηφόρα
χέρια της μία κιθάρα θλιβερή,
Κιθάρα παλαιϊκὴ ποὺ κλεῖ πληθώρα
μέσα της ἤχους καὶ ἤχους. Ἱερὴ
κοιτίδα. Κάθε πόνος, κάθε γνώρα
ποὺ ἦταν γλυκιὰ καὶ γίνηκε πικρή,
Ἦχος μέσ᾿ στὴν καρδιά της ἀποστάζει.
Φίλε, τοῦ φθινοπώρου ἡ Ὥρα ἐκεῖ
στὴν πόρτα μου ἦρθε δίχως νὰ διστάζη
Καὶ τὸ κιθάρισμά της πότε πότε
σὰ νἄτανε ἡ φωνή σου ἡ μυστικὴ
τοὺς στίχους σου ποὺ μοῦ τραγούδαες τότε.
Isaac Levitan, Φθινοπωρινό τοπίο. Κ. 1880.
...
Μαρία Πολυδούρη, Τοῦ φθινοπώρου ἡ Ὥρα
Τοῦ φθινοπώρου ἡ Ὥρα ἔχει καθήσει
στὴν πόρτα μου. Τὸ βλέμμα της ὑγρὸ
γεμάτο ἀπὸ τὸ ἀπόκοσμο μεθύσι,
πλανιέται σὲ ἀσφοδέλων τὸν ἀγρό.
Τί σκέψη στὴ ματιά της νἄχῃ ἀνθίσει,
τί ὀνειροπόλημα λυπητερό;
Στὴν ὄψη της σκιὲς ἔχουν μαδήσει
Κ᾿ εἶνε τὸ στόμα της τόσο πικρό...
Μὰ ὅταν κατέβη τὸ γαλήνιο βράδι
θὰ μὲ καλέση ἀμίλητα, γλυκά,
νὰ τὴν ἀκολουθήσω στὸ σκοτάδι.
Τὸ βῆμα της βουβὸ καὶ βέβαιο θἆναι,
μὰ ἡ πίστη μου θερμή, πὼς μυστικὰ
τὰ βήματά μου σένα ἀκολουθᾶνε.
Από τη συλλογή "Οι τρίλλιες που σβήνουν"
Επειδή ο Καρυωτάκης πάει πακέτο με την Πολυδούρη:
ΑπάντησηΔιαγραφήΤΙ ΝΑ ΣΟΥ ΠΩ, ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ...
Τί να σου πω, φθινόπωρο, που πνέεις από τα φώτα
της πολιτείας και φτάνεις ως τα νέφη τ' ουρανού;
Ύμνοι, σύμβολα, ποιητικές, όλα γνωστά από πρώτα,
φυλλορροούν στην κόμη σου τα ψυχρά άνθη του νου.
Γίγας, αυτοκρατορικό φάσμα, καθώς προβαίνεις
στο δρόμο της πικρίας και της περισυλλογής,
αστέρια με το μέτωπο, με της χρυσής σου χλαίνης
το κράσπεδο σαρώνοντας τα φύλλα καταγής,
είσαι ο άγγελος της φθοράς, ο κύριος του θανάτου,
ο ίσκιος που, σε μεγάλα βήματα· φανταστικά,
χτυπώντας αργά κάποτε στους ώμους τα φτερά του,
γράφει προς τους ορίζοντες ερωτηματικά.
Ενοσταλγούσα, ριγηλό φθινόπωρο, τις ώρες,
τα δέντρα αυτά του δάσους, την έρημη προτομή.
Κι όπως πέφτουνε τα κλαδιά στο υγρό χώμα, οι οπώρες,
ήρθα να εγκαταλειφθώ στην ιερή σου ορμή.
ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ, Ελεγεία και σάτιρες
Περίμενα την επιλογή αυτή του ποιήματος του Καρυωτάκη. Καλό Σαββατοκύριακο!
Διαγραφή