Δεκαπενταύγουστος: H γιορτή της Παναγίας
Ο Αύγουστος για την Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία είναι ο μήνας της λατρείας της Παναγίας. Κατά τη διάρκεια του Αυγούστου οι πιστοί βιώνουν με συγκίνηση ένα ακόμα "Πάσχα", το "Πάσχα του Καλοκαιριού", που είναι αφιερωμένο στην Κοίμηση, την ταφή και την Ανάσταση-Μετάσταση της Θεοτόκου, της Παναγίας. Από την 1η Αυγούστου αρχίζει νηστεία που διαρκεί δύο εβδομάδες, ως τον Δεκαπενταύγουστο, την ημέρα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο σπίτι του Ιωάννου του Ευαγγελιστή (όπου έμενε η Παναγία). Η Παναγία γνώριζε από τρεις ημέρες νωρίτερα ότι έρχεται η στιγμή της αναχώρησής της, γιατί ο άγγελος (μάλλον ο Γαβριήλ) είχε αναγγείλει τη χαρμόσυνη είδηση. Αφού προσευχήθηκε στον όρος των Ελαιών, ξάπλωσε και ανέμενε την Κοίμησή της ενώπιον των Αποστόλων. Την Κοίμηση της Θεοτόκου ακολουθεί η ταφή και η μετάστασις της στους ουρανούς. Επίσης με μεγάλη κατάνυξη εορτάζονται και τα Εννιάμερα της Κοίμησης της Θεοτόκου. Για λεπτομέρειες σχετικά με την ιστορία της Κοίμησης,
βλ. http://www.saint.gr/771/saint.aspx και https://www.sansimera.gr/articles/552
Η στιγμή της Κοίμησης της Θεοτόκου έχει απεικονισθεί από διάφορους αγιογράφους. Η σκηνή είναι πολυπρόσωπη, η έκφραση των προσώπων σοβαρή και θλιμμένη. Παριστάνεται η Θεοτόκος ξαπλωμένη να περιβάλλεται από τους Αποστόλους και άλλα οικεία πρόσωπα. Πάνω από τη Θεοτόκο, βλέπουμε το όραμα του Χριστού να κρατά ένα φασκιωμένο μωρό, που συμβολίζει την ψυχή της Μητέρας Του. Κάποιες φορές απεικονίζεται και η Μετάσταση-Ανάληψη της Παναγίας στον Ουρανό.
Για την περιγραφή και την ερμηνεία της απεικόνισης της Κοίμησης, βλ. στο http://users.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/explanatory/assumption_icon_hymns.htm
Για το "Πάσχα του Καλοκαιριού", λοιπόν, και τη λατρεία της Θεοτόκου, της πιο οικείας ιερής μορφής του Χριστιανισμού, επιλέγω κάποιες ιστορικές μεταβυζαντινές εικόνες που αποτυπώνουν την Κοίμηση. Εικόνες που λατρεύτηκαν από τους πιστούς σε παλαιότερες εποχές, εικόνες που βράχηκαν από τα δάκρυα των προσκυνητών, που άκουσαν επικλήσεις, παρακλήσεις, δεήσεις, θρήνους και ευχαριστίες, που ήταν μάρτυρες της προσευχής, της εξομολόγησης και της μετάνοιας των πιστών, που μοιράστηκαν μαζί τους ελπίδες,
προσδοκίες και όνειρα, που δέχτηκαν το ελαφρύ άγγιγμα των φιλιών, που στολίστηκαν με άνθη και τάματα, που φωτίστηκαν από το αχνό φως των κεριών και της κανδήλας...
Ν. Γύζης, Το τάμα. 1886. Εθνική Πινακοθήκη.
Ν. Γύζης, Μετάνοια. 1895. Εθνική Πινακοθήκη.
Θεόδωρος Ράλλης, Ικεσία. 1905-1909. Εθνική Πινακοθήκη.
Θεόδωρος Ράλλης, Εσωτερικό εκκλησίας. Εθνική Πινακοθήκη.
Εικόνες που έχουν προσελκύσει το ενδιαφέρον των ιστορικών της τέχνης, που σήμερα βρίσκονται σε μουσεία και δέχονται τα περίεργα βλέμματα των επισκεπτών και των φιλότεχνων...
Aγνώστου Ρώσου καλλιτέχνη, Η Κοίμηση της Θεοτόκου. Α' μισό του 15ου αιώνα. Μουσείο του Μοναστηρίου Kirilo-Beloezero. Ρωσία.
Αγνώστου καλλιτέχνη της Κρητικής Σχολής, Η Κοίμηση της Θεοτόκου. Δεύτερο μισό του 15ου αιώνα. Ελληνικό Ινστιτούτο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών. Βενετία.
...και μαζί με τις εικόνες, ας διαβάσουμε και τα "Θεομητορικά ποιήματα" ενός αγαπημένου λογοτέχνη, του βαθύτατα θρησκευόμενου Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης είχε αποτραβηχτεί στο νησί του, τη Σκιάθο. Εκεί την περίοδο 1909-1910, λίγο πριν πεθάνει (κοιμήθηκε το 1911), γράφει πέντε ποιήματα-ύμνους-προσευχές, αφιερωμένα σε ναούς της Παναγίας-προσκυνήματα του νησιού. Τα ποιήματα αυτά δημοσιεύτηκαν μετά το θάνατό του.
ΣΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΗΝ ΚΕΧΡΙΑ
Γλυκειὰ Παρθέν᾿, ἀξίωσέ με
νά ᾿ρθω καὶ πάλι στὸ ναό σου,
ὅπου φυσᾷ γλυκὰ ἡ αὔρα
στὰ πλατάνια τὰ θεόρατα
κάτω στὸ ρέμα, ποὺ ἡ πηγὴ κελαρύζει
κ᾿ ἐπάνω θροΐζ᾿ ἡ αὔρα μαλακά.
Ὅλος ὁ ἥλιος λάμπει στὸ θόλο
τοῦ ὡραίου ναοῦ σου μὲ τὰ πιατάκια τὰ ποικιλμένα
κ᾿ εὐωδιάζ᾿ ἡ μύρτος κ᾿ ἡ δάφνη
ὁλόγυρα κ᾿ ἡ βρύση κελαδεῖ
στὴν αὐλὴ ποὺ ἀνθεῖ ὁ λιβανωτὸς κ᾿ <ἡ -΄ - ?> {μύρτος}
Στὰ νιάημερα τ᾿ ἀγαπημένα
τῆς δοξασμένης μεταστάσεώς σου
ἤθελα νά ᾿μαι νὰ ψάλω τὸ «Πεποικιλμένη»
στὸ πανηγύρι τὸ σεμνό.
Νὰ βλέπω, νὰ θαυμάζω τὴ χλωμὴ μορφή σου,
μὲ τὰ ματάκια τὰ κλειστά,
μὲ τὰ χεράκια σταυρωμένα,
κι ὁ Υἱός σου νὰ κρατῇ τὴν ἄμωμη ψυχή σου
ὡς τρυγόνα στὰ χεράκια.
Κι Ἀπόστολοι ἐκ περάτων
στὰ σύννεφα ἐπάνω πετώντας
κι Ἄγγελοι μὲ σταυρωμένα χέρια
βλέπουν τὸ θάμα τὸ φριχτό!
Ψηλὰ ἐπάνω ἀπ᾿ τὸ δῶμα, ἀπὸ δυὸ παραθυράκια
μὲ τὶς κουκοῦλες δυὸ καλογεράκια
προβάλλουν καὶ τείνουν ἀπὸ ἕνα τόμον ἀνοιχτό!
Κι ὁ ἕνας γράφει: «θνητὴ γυναίκα τοῦ Θεοῦ Μητέρα»
κι ὁ ἄλλος: «τ᾿ οὐρανοῦ εἶσαι πλατυτέρα
ὡς ἔμψυχος ναὸς καὶ Θρόνος τοῦ Θεοῦ...»
Γλυκειὰ Παρθέν᾿, ἀξίωσέ με
νά ᾿ρθω καὶ πάλι στὸ ναό σου,
ὅπου φυσᾷ γλυκὰ ἡ αὔρα
στὸ ρέμα στὰ πλατάνια μυστικά!
ΣΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΥΝΙΣΤΡΑ
Εἰς ὅλην τὴν Χριστιανοσύνη
μία εἶναι μόνη Παναγία, ἁγνή
Κόρη, παιδίσκη, ᾎσμα τῶν ᾈσμάτων,
χωρὶς Χριστόν, θεῖο παιδί, στὰ χέρια,
καὶ τρεφομένη μὲ Ἀγγέλων ἄρτον.
Ἐσύ ᾿σαι ἡ μόνη Παναγία Κουνίστρα,
ποὺ ἐφανερώθης στῆς Σκιάθου τὸ νησί,
εἰς δένδρον πεύκου ἐπάνω καθημένη,
κ᾿ αἰωρουμένη εἰς τερπνὴν αἰώραν,
ὅπως αἱ κορασίδες συνηθίζουν.
Ἐφανερώθης, κι ὅλος ὁ λαὸς
μετὰ θυμιαμάτων καὶ λαμπάδων
ἐν θείᾳ λιτανείᾳ σὲ προέπεμψε
κ᾿ ἐσήκωσεν ὡραῖον λευκὸν ναόν,
ποὺ μὲ πιατάκια ἑλληνικὰ σοῦ στόλισε.
Κι ὅλος ὁ ἥλιος ἔλαμπεν εἰς τὸν ναόν σου
καὶ φῶς τὸν πλημμυροῦσε μαργαρῶδες,
ὅλα τ᾿ ἀστέρια ἐφεγγοβολοῦσαν,
καὶ ἡ σελήνη ἐχάιδευε γλυκὰ
τὰ ἁπλᾶ τῆς Ἐκκλησίας σου καντηλάκια.
Κ᾿ εἶδες, ἡ Κόρη, τοῦ λαοῦ τὴν πίστιν,
εἶδες καὶ τὴν πτωχείαν κ᾿ εὐσπλαγχνίσθης,
ὅπως, τὸ πάλαι, εἶχε σπλαγχνισθῆ ὁ Υἱός σου
τοὺς προγόνους τοῦ ἴδιου τοῦ λαοῦ,
ὡς πρόβατα μὴ ἔχοντα ποιμένα.
Κι ἄρχισες νὰ γιατρεύῃς τοὺς ἀρρώστους
καὶ νὰ γιατρεύῃς τοὺς δαιμονισμένους,
(ποὺ ἤρχετο ὥρα κ᾿ εἰς τοὺς τοίχους ἐκτυπῶντο
μὲ φοβερὸν συγκλονισμόν),
κι ἄρχισες, θεία, νὰ θαυματουργῇς.
Κ᾿ ἡ χάρη σου ξαπλώθηκε ὣς τὰ πέρατα
τοῦ εἰρηνικοῦ νησιοῦ τῆς Σκιάθου,
ὦ Παναγία μου, Κόρη πάναγνη, καλή.
Κ᾿ ἴσως νὰ φτάσῃ κι ὣς ἐμένα καὶ ν᾿ ἁπλώσῃ
γαλήνη στὴν ψυχή μου τὴν ἁμαρτωλή.
ΣΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΟΥ ΝΤΟΜΑΝ
Πηγή μου ζωηφόρος ποὺ δροσίζεις
μὲ τὸ βαθὺ ποτάμι, μὲ τὸ νᾶμά σου
τόσες ψυχές, καὶ μένα τὴν ψυχή μου,
ὁ κρότος τῶν νερῶν σου μὲς στὰ ρέματα
κι ἀνάμεσα στοὺς βράχους, στὰ βουνὰ
κι ὣς κάτω, ἕως τὸ κῦμα τῆς θαλάσσης
ὁ ρόχθος τῶν ὑδάτων σου ἀκούεται.
Καὶ εἶσαι σὺ ἡ πόλις τοῦ Θεοῦ.
Κι ἀκόμα τὸ ἁγιασμένο σκήνωμα
ποὺ εὐφραίνουσι τὰ ρεύματα
κυλῶντος ποταμοῦ.
Εἶναι μικρό, φτωχὸ τὸ ᾿κλησιδάκι σου,
μὰ ἡ χάρις σου εἶναι ἄπειρη κι ἀτέλειωτη,
ἀτέλειωτη, ὡς τὸ ρεῦμα τῆς πηγῆς σου,
ποὺ χύνεται καὶ χύνεται
καὶ ἀπὸ κοντὰ ἀθόρυβα
παράδοξα τὸ ρεῦμά του πληθύνεται.
Εἴθε καὶ στὴν καρδιά μου ποὺ ἔχει στραγγιχτῆ
νὰ δώσῃ ζωὴ καὶ δύναμιν ἡ χάρις σου.
Ἂς εἶσαι ξεχασμένη κ᾿ ἔρημη,
ὅμως στὸ βράχο ἡ ἐκκλησιά σου εἶναι στημένη
κι αὐτὸς ὁ βράχος μοῦ φαίνεται πὼς εἶναι
κτισμένος ἀπ᾿ τὰ χέρια καὶ τὸ αἷμά του.
«Καὶ πύλαι ᾍδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς».
(Έτος δημοσίευσης: 1921)
Αγνώστου Καλλιτέχνη, Η Κοίμηση της Θεοτόκου. Τέλη 14ου-αρχές του 15ου αιώνα. Βρετανικό Μουσείο Τέχνης. Λονδίνο.
ΣΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΤΣΑ ΣΤΟ ΠΥΡΓΙ
«Ἄνες μοι ἵνα ἀναψύξω πρὸ τοῦ με ἀπελθεῖν
καὶ οὐκέτι οὐ μὴ ὑπάρξω». (Ψαλμὸς τοῦ Δαυῒδ)
Χαίρετ᾿ ὁ Ἰωακεὶμ κ᾿ ἡ Ἄννα
ποὺ γέννησαν χαριτωμένη κόρη
στὴν Παναγίτσα στὸ Πυργί!
Χαίρεται ὅλ᾿ ἡ ἔρημη ἀκρογιαλιὰ
κι ὁ βράχος κι ὁ γκρεμὸς ἀντίκρυ τοῦ πελάγους,
ποὺ τὸν χτυποῦν ἄγρια τὰ κύματα,
χαίρεται ἀπ᾿ τὴν ἐκκλησίτσα
ποὺ μοσχοβολᾷ πάνω στὴ ράχη.
Χαίρεται τ᾿ ἄγριο δέντρο, ποὺ γέρνει
τὸ μισὸ ἀπάνω στὸν βράχο, τὸ μισὸ στὸν γκρεμό,
χαίρετ᾿ ὁ βοσκὸς ποὺ φυσᾷ τὸν αὐλό του,
χαίρετ᾿ ἡ γίδα του, ποὺ τρέχει στὰ βράχια,
χαίρεται τὸ ἐρίφιο ποὺ πηδᾷ χαρμόσυνα.
Κ᾿ ἡ πλάση ὅλη ἀναγαλλιάζει
καὶ τὸ φθινόπωρο ξανανειώνει ἡ γῆς,
σὰ σεμνὴ κόρη ποὺ περίμενε χρόνια
τὸν ἀρραβωνιαστικό της ἀπ᾿ τὰ ξένα
καὶ τέλος τὸν ἀπόλαψε πρὶν εἶναι πολὺ ἀργά·
καὶ σὰν τὴ στεῖρα γραῖα ποὺ γέννησε θεόπαιδο
κ᾿ εὐφράνθη στὰ γεράματά της!
Δός μου κ᾿ ἐμένα ἄνεση, Παναγιά μου,
πρὶν ν᾿ ἀπέλθω καὶ πλέον δὲν θὰ ὑπάρχω.
(Έτος δημοσίευσης: 1923)
Θεοφάνης Στρελίτζας ο Κρης, H Kοίμηση της Θεοτόκου. 1546. Ιερά μονή Σταυρονικήτα. Άγ. Όρος.
ΣΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΗ ΣΑΛΟΝΙΚΙΑ
Στὸ κέντρον τῆς ἐπάνω πόλεως
μὲ τὸ καμπαναριό της, ποὺ εἶν᾿ ἕνα στολίδι
τοῦ λιμένος καὶ τῆς προσόψεως,
στέκει ὁ ναὸς τῆς Παναγίας.
Ὡραῖος ὁ ναός, τὸ τέμπλο ὡραῖο,
ὡραῖα τὰ λαμπρὰ τὰ εἰκονίσματα,
ὡραῖες κ᾿ οἱ νορίτισσες ποὺ ἐκκλησιάζονται,
ὅλα ὡραῖα.
Στολισμένο τὸ τέμπλο μὲ χρυσὲς ποδιές,
στολισμένος ὁ χορὸς καὶ τὰ στασίδια μὲ μυρτιὲς καὶ δάφνες,
στολισμένες κ᾿ οἱ κόρες ποὺ πηγαίνουν
νὰ ἐκκλησιασθοῦν στὴν Παναγία.
Ἀριστερὰ στὸ τέμπλο στέκεται
ἡ εἰκόνα σου ἡ μεγάλη † θεωρὸς †
ὅλη ἀσημένια ὅλη, Παναγία μου,
μὲ τ᾿ ἀσημοκάντηλά της.
Ἀπάνω στὴν εἰκόν᾿ ἀφιερώματα
κρέμονται, καραβάκια, γολετίτσες,
καΐκια, βάρκες, μπάρκα τριοκάταρτα,
ὅλ᾿ ἀφιερώματα τῶν πλοιάρχων.
Κ᾿ οἱ καπεταναῖοι οἱ παλαιοὶ
καθένας ἔχει στὸ ναὸ βαλμένο
ἀπὸ ἕνα λίθο· καὶ καθένας ἔχει
ἕνα στασίδι γύρω γύρω στὸ δεσποτικὸ
καὶ γύρω γύρω στὸ παγκάρι, ὅλοι τους.
Τάζουν στὴν Παναγία καὶ τοὺς δίνει
καλὰ ταξίδια, γαληνιάζ᾿ ἡ θάλασσα
ὅταν στὸ πέλαγο τὴν ἐπικαλεσθοῦν
τὴν Παναγία τὴν Σαλονικιά.
Ἄμποτε νά ᾿σαι βοηθός, Παρθένα μου,
κ᾿ εἰς τοὺς χειμαζομένους εἰς τοῦ βίου
τὰ βάσανα καὶ τὰς ἀνάγκας, ἄμποτε
νὰ εἶσαι βοηθὸς καὶ σωτηρία.
(Έτος δημοσίευσης: 1983)
Οι δύο παρακάτω πίνακες ανήκουν στην Επτανησιακή Σχολή, για αυτό είναι εμφανής η επιρροή από τη Δύση.
Δοξαράς Παναγιώτης, Η κοίμηση της Θεοτόκου. 1754. Εθνική Πινακοθήκη. Αθήνα.
Δοξαράς Νικόλαος (1710-1775), Η μετάσταση της Θεοτόκου. Εθνική Πινακοθήκη.
Βλ. ΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ, ΑΠΑΝΤΑ, ΤΟΜΟΣ ΠΕΜΠΤΟΣ. ΚΡΙΤΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ Ν. Δ. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΠΟΥΛΟΣ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΟΜΟΣ, ΑΘΗΝΑ 1988
Προ της Παναγίας
ΑπάντησηΔιαγραφήΣτην έρημή σου έρχομαι και πάλιν εκκλησία,
αγαπημένη Παναγιά, χλωμή μου Παναγία.
Ήλθα τον πόνο να σου ειπώ που έχω στην καρδιά μου·
δεν έχω άλλον από σε, το ξεύρεις Δέσποινά μου....
Μάννα του κόσμου! πρόφθασε, η χάρι σου ας με ράνη,
μ’ αρρώστησ’ η Μαρία μου κοντεύει να πεθάνη:
Βασίλισσα των ουρανών, λευκή του κόσμου σκέπη,
μονάχη τώρα η χρυσή εικόνα σου με βλέπει...
Όχι· δεν ήλθε σήμερα σαν άλλοτε μ’ εμένα
ν’ ανάψη τα καντήλια σου και κρέμουνται σβυσμένα.
Ποιος θα σου φέρνη, Δέσποινα, στην ερημιά λιβάνι,
ανίσως η Μαρία μου, ανίσως αποθάνη;
Όχι δεν πήγα σε γιατρούς, γλυκειά μου Παναγία,
ήλθα σε Σένα να το ειπώ, να γιάνης την Μαρία!
Αχ! σ’ εξορκίζω στη ματιά του τέκνου σου την πρώτη,
στο πρώτο του χαμόγελο, στη σκεπτική του νιότη
σ’ ορκίζω στο βαρύ σταυρό, στ’ ακάνθινο στεφάνι,
να γιάνης τη Μαρία μου, γιατί θα μου πεθάνη.
Αχ! κάμε μούτηνε καλά, καλή μου Παναγία,
λαμπάδα στην εικόνα σου ν’ ανάβω την αγία,
μεγάλη σαν το σώμα της, λευκή σαν την ψυχή της,
εμπρός σου ν’ ακτινοβολή, καθώς οι οφθαλμοί της!
Αχ! κάμε μούτηνε καλά, η χάρις σου ας τη γιάνη,
δεν θέλω η Μαρία μου, δεν θέλω να πεθάνη.
Ναι· αν σου έφερα ποτέ λουλούδια μυρωμένα,
αν έχω την εικόνα σου κ’ εγώ λιβανισμένα,
αν στου Παιδιού σου έκλαψα τα πάθη Παναγία,
κ’ έχετε ένα όνομα μαζί με την Μαρία,
δος μου, αχ, δος μου της ζωής το δροσερό βοτάνι,
να δώσω της Μαρίας μου μην τύχη και πεθάνη!
Αχιλλέας Παράσχος
ΥΓ. Έρχεται στη μνήμη μου η αναλφάβητη γιαγιά μου και την ακούω να απαγγέλλει το ποίημα, τονίζοντας κάποια σημεία του με έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο. Τότε με έπιανε μεγάλη αγωνία, μην πεθάνει το άρρωστο κορίτσι. Τελευταία ανακάλυψα ότι είναι του Αχιλλέα Παράσχου.
Πολύ συγκινητικό ποίημα! Ο Αχιλλέας Παράσχος ήταν από τους αγαπημένους ποιητές μίας δασκάλας μου στο Δημοτικό.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολύ όμορφο και επίκαιρο αφιέρωμα !!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλή συνέχεια !!!
Καλή συνέχεια του Καλοκαιριού! Χαίρομαι πάντα για την επικοινωνία.
ΔιαγραφήThank you for sharing valuable information nice post,I enjoyed reading this post.
ΑπάντησηΔιαγραφήหนังแอ็คชั่น