Μαρία Μαγδαληνή. Ένα ποίημα της Κατερίνας Αγγελάκη Ρουκ και εικόνες της Μαρίας Μαγδαληνής από τους Προραφαηλίτες ζωγράφους
Διανύουμε τη Μεγάλη Εβδομάδα για ακόμη μια χρονιά, την Εβδομάδα των Παθών του Κυρίου...Για αυτό, μία ανάρτηση για τη Μαρία Μαγδαληνή, μία γυναικεία μορφή αμφιλεγόμενη, που συνδέεται στενά με τον Χριστό. Ας διαβάσουμε το ποίημα της Αικατερίνης Αγγελάκη-Ρουκ και ας δούμε απεικονίσεις της Μαρίας Μαγδαληνής από τους αγαπημένους μου Προραφαηλίτες ζωγράφους.
Στο ποίημα της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ το ποιητικό υποκείμενο ταυτίζεται με τη Μαρία Μαγδαληνή και ακούμε ένα δραματικό μονόλογο, μία εκ βαθέων εξομολόγηση για τη ζωή της...
Κατερίνα Αγγελάκη Ρουκ, Μαγδαληνή, το μεγάλο θηλαστικό
Περνώ τη ζωή μου
από την κεφαλή της ίδιας πάντα
σκουριασμένης βελόνας
και ράβω, ράβω τα πάθη μου.
Οι ζάρες της κοιλιάς μου
όπως οι δρόμοι της πόλης
η πλατεία με το ηρώον στη μέση
όλα γνωστά
κι εγώ γνωστή μ’ άμαθη
ξέρω μόνο ό,τι είμαι στον έρωτα
ό,τι με νικάει στον έρωτα,
μια κοινοτοπία που τραγουδάει.
Φτιασιδωμένη τις εποχές
αλλάζω υφάσματα
και το σώμα αλλάζει στάση
μπρος στον καιρό
το φουσκώνω κάθε πρωί
κι απομακρύνεται ο πλανόδιος
με το φυσητήρι.
Άρχισα μ’ ένα γαργαλητό
στο κέντρο της παλάμης
καρφί η ατίθαση μύγα
άγγιζε η τριγωνική μουσούδα της
τη σκοτεινή αντιστοιχία
το θυμωμένο σμάρι
το φόβο––σαν της ρίζας.
Και να, σκοινάκι πηδώ στον ουρανό
δειπνώ με τους δαιμόνους
τις μασκαρεμένες αγελάδες
με τα χορταρίσια όνειρα.
Τίποτα δε θ΄αποδείξω
με τη ζωή μου
γι’ αυτό και σ’ ερωτεύτηκα
θηλαστικό μιας προϊστορίας
που θά ‘ρθει
φαρμακωμένη απ΄ τον τόσο σπόρο
μηρυκάζω τα μάταια λόγια
του ρόλου μου
––πάντα πως θα πεθάνω σε λίγα χρόνια
παίζω-–
γι’ αυτό και σ’ ερωτεύτηκα.
Dante Gabriel Rossetti, Η Μαρία Μαγδαληνή στην πόρτα του Σίμωνα του Φαρισαίου, 1858.
Ο χρόνος μας είναι μετρημένος
θα επιζήσουμε κι οι δυο
μετά την αποκαθήλωση
εγώ σέρνοντας
χρονοφαγωμένο το σώμα
κι εσύ με λάμψη πάντα
μέσ’ απ’ τα βαθιά, μωρουδίστικα
τραγούδια του Μεσσία:
“Χριστέ μου
τι όμορφος που είσαι
κι έχεις ένα όνομα
σκληρό σαν το ρετσίνι
μ’ άλλο σκληρό απάνω σου
δεν έχεις.
Πάει η καρδιά σου όμοια
με τη θάλασσα
γύρω απ’ όλα τα νησιά”.
Οι γερανοί του λιμανιού
τραβούν τη νύχτα πάνω,
μικρά φτερένια σύννεφα
της θείας γαλάζιας κότας
ανοίγουν τη μέρα στα νησιά.
Σ’ έρημη αποβάθρα
κομμάτι σκοτάδι
πελεκημένη από βράχο σκοτάδι
περιμένω να με πάνε σε κλειστό αμάξι
ή να σπάσω από φως.
Πάντα κάτι παλιό είναι γύρω
για να μοιάζεις βγαλμένος
απ΄ τα χαλάσματα
πάντα κάτι μαλακές λουρίδες
έχει το χώμα
για μας τους άστεγους
της τελευταίας ώρας.
Καμιά ανάσταση δεν κάναμε
καμιά αντίσταση
καμιά πράξη
μόνο κουρνιάσαμε
Απελπισμένοι μες στα ρούχα μας
που μας στένευαν στον έρωτα
σιγομουγκρίζαμε με μύτες υγρές
που πάγωναν στην ψύχρα.
Θα φύγεις για τους ουρανούς
θα φύγεις με φως
σαν να μην είχες σώμα
κι ας ονειρευόσουνα το σκοτεινό καμαράκι
του φωτογράφου.
Πας στο χειμώνα των αηδονιών
και με τα δάχτυλα σε στρώνω
σκιά στο δρόμο με τους ευκάλυπτους.
Σε ακουμπώ ολόκληρη
ολόκληρο
και παλεύω να πειστώ για το θάνατό σου
––για τον δικό μου
είναι ακόμα πολύ δύσκολο––
έτσι όπως το απόβραδο
σκουραίνει το κίτρινο
βαραίνει η κρυφή μυρωδιά
κι είναι το άνθος στίγμα μόνο.
Το τσάγαλο θα γίνει αμύγδαλο
το πάθος πίστη
με τον καιρό…
Πίστη καθίζει μέσα μου
με μικρά τινάγματα λατρεύω
ό,τι υπάρχει
κι ό,τι ποτέ δε δύναται.
Τι θεία διαδικασία
η φλεγόμενη βάτος!
καίγεται πάντα
σε τοπίο παρόμοιο με το δέρμα μου
κάτι ανάμεσα στο έρημο κίτρινο
και το βουβό καφέ της ευφορίας.
Πάσχω τότε και συμπάσχω
τον κόσμο
αποκαλύπτεται ξαφνικά η αλήθεια
στα λόγια των πεθαμένων
πιέζω τον αφαλό
και προχωρώ το άδειο.
Με τον έρωτα μαθαίνω
Τι βάρος θα σηκώνεις εσύ πάντα
––θεός ή επισκέπτης;––
μεταλαβαίνω το σώμα σου
το νερωμένο αίμα
γρατσουνισμένη απ’ τα τόσα αντίθετα
θρησκεύομαι τη γοητεία
Το σχήμα των δοντιών σου
στο παλιό μας μήλο.
Είναι ένα βαθούλωμα
που μύρισε λιβάνι,
ό,τι είσαι διαιωνίζεται
ό,τι εγώ σταματάει εδώ
κι έμεινα χνάρι μοναδικό
στις θεϊκές επαναλήψεις.
Για το ποίημα Μαγδαληνή, Το Μεγάλο Θηλαστικό (1974),
βλ. https://www.kalliopex.com/feature-poet-katerina-anghelaki-rooke/
Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΙΛΑΕΙ ΣΤΟ ΧΡΙΣΤΟ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΓΔΑΛΗΝΗ
ΑπάντησηΔιαγραφήΊσως δε λαθεύει να σου ζητάει να τη σώσεις
Και σου μιλάω εγώ που έχω το δικό μου τρόπο
Να αρνούμαι – φυσικά και κανείς δε με ρώτησε
Τι έκανα τόσα χρόνια χωρίς έρωτα
Μα κι ο πατέρας Σου με άφησε σε άλλον
Τον οποίο αγάπησα
Μα ποτέ δεν του δόθηκα
Είχα ξεμάθει να ζω με το σώμα
Γίνομαι βλάσφημη τώρα, το ξέρω
Κι ύστερα Εσύ
Στο δρόμο μου έρχεσαι
Μόνος ξεκίνησες
Μόνος πορεύτηκες σε όλα
Και μη μου πεις για τους φίλους
Κανείς δε σε πόνεσε – εκείνος ο Πέτρος
Σε πρόδωσε τρις
Για τον Ιούδα δεν άξιζες παραπάνω απ’ αυτό
Το σακούλι – κι ο Ιωάννης
Θα κάνει τη ζωή του σε λίγο
Κανονικά θα έπρεπε να συμφωνήσω μαζί Του
Γι’ άλλα εσύ προορίζεσαι
Όμως η Σωτηρία του κόσμου είναι αμφίβολη,
Γιε μου
Γίνε εγωιστής, σώσε εσένα
Πάρε κι αυτή τη γυναίκα
Δική σου
Και συγχώρεσέ την που έζησε
Στο βάθος, το ξέρεις
Έψαχνε Εσένα – πώς να το εξηγήσεις αλλιώς
Εκείνο το αλαφιασμένο τρεχαλητό στο λιμάνι
Κι από την πόλη στο Όρος των Ελαιών
Εκείνο το κλάμα
Το φίλημα των ζεστών Σου ποδιών
Να την πάρεις,
Μόνο έτσι αλλάζει ο καιρός
Απ’ αυτά που καμιά Ιστορία
Ποτέ της δε γράφει.
ΒΑΓΙΑ ΚΑΛΦΑ, «Απλά Πράγματα» (εκδ. Γαβριηλίδης, 2012).
Υπέροχο! Συγγνώμη για την καθυστερημένη απάντηση!
Διαγραφή