Ρώμος Φιλύρας: Ποιήματα Άπαντα τα ευρεθέντα μιας "χαμηλής" φωνής
του νεοελληνικού λυρισμού
Ο Ρώμος Φιλύρας (1889-1942). Ένας "καταραμένος" ποιητής της νεοελληνικής λογοτεχνίας, όπως ο Καρυωτάκης και ο Λαπαθιώτης. Για τον Φιλύρα η ποίηση ήταν το αντίδοτο για τον πόνο της ψυχής του, το "καταφύγιο" στο οποίο δραπέτευε από τη ζοφερή και σκοτεινή πραγματικότητα. Η ποίηση ήταν η θεραπεία της ψυχής του, η φυγή στο "όνειρο" από την άρρωστη ατμόσφαιρα του Δρομοκαΐτειου Ψυχιατρείου όπου έζησε έγκλειστος από το 1927 έως το θάνατό του, το 1942.
Εδώ και καιρό θέλω να κάνω αναφορά στην εξαιρετική δίτομη ανθολογία των Απάντων των ευρεθέντων Ποιημάτων (γιατί μπορεί να υπάρχουν και άλλα που δεν έχουν ευρεθεί ακόμα) ενός ελάσσονος και χαμηλόφωνου ποιητή, του Ρώμου Φιλύρα (1889-1942), και να σας παρουσιάσω μια επιλογή από τα ποιήματά του. Ας το κάνω, λοιπόν, σήμερα...
Τα "Άπαντα τα ευρεθέντα" ποιήματα του Ρώμου Φιλύρα κυκλοφόρησαν σε δύο τόμους το 2013 από τις εκδόσεις της Θεσσαλονίκης University Stydio Press, με φιλολογική επιμέλεια, του ακούραστου Νεοελληνιστή φιλολόγου Χ. Λ. Καράογλου και της Αμαλίας Ξυνογαλά. Χάρη στο μόχθο των δύο επιμελητών οι αναγνώστες της ποίησης και οι μελετητές σήμερα μπορούν να έχουν στη διάθεσή τους το μέγιστο μέρος του δημοσιευμένου και αδημοσίευτου έργου ενός ποιητή, που ίσως είναι άγνωστος στο ευρύ κοινό, θεωρείται, ωστόσο, ότι είχε σημαντική προσφορά στην παραδοσιακή αλλά και νεωτερική νεοελληνική ποίηση των αρχών του 20ού αιώνα. Θα λέγαμε ότι το έργο του βρίσκεται στο μεταίχμιο, ανάμεσα στην παραδοσιακή και τη νεωτερική ποίηση.
Ο Ρώμος Φιλύρας (1889-1942). Ένας "καταραμένος" ποιητής της νεοελληνικής λογοτεχνίας, όπως ο Καρυωτάκης και ο Λαπαθιώτης. Για τον Φιλύρα η ποίηση ήταν το αντίδοτο για τον πόνο της ψυχής του, το "καταφύγιο" στο οποίο δραπέτευε από τη ζοφερή και σκοτεινή πραγματικότητα. Η ποίηση ήταν η θεραπεία της ψυχής του, η φυγή στο "όνειρο" από την άρρωστη ατμόσφαιρα του Δρομοκαΐτειου Ψυχιατρείου όπου έζησε έγκλειστος από το 1927 έως το θάνατό του, το 1942.
Ο Ρώμος Φιλύρας (ήταν ψευδώνυμο του Ιωάννη Οικονομόπουλου) γεννήθηκε στο Κιάτο Κορινθίας και το 1902 εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στον Πειραιά όπου ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του. Από μαθητής του Γυμνασίου ακόμη, άρχισε να συνεργάζεται με εφημερίδες και περιοδικά της εποχής (Διάπλασις των Παίδων, Νουμάς, Ακρόπολις, Πρόοδος, Νέα Ελλάς, Πατρίς, κ.α.), όπου δημοσίευσε κυρίως χρονογραφήματα, παρουσιάσεις βιβλίων και φυσικά ποιήματα. Το 1916 διορίστηκε αρχικά αρχειοφύλακας και στη συνέχεια γραφέας στο στρατό, έφτασε ως το βαθμό του υπολοχαγού και κατά τη διάρκεια των βαλκανικών πολέμων πολέμησε στη Μακεδονία και την Ήπειρο, όπου έπαθε κρυοπαγήματα. Ακολούθησαν δημοσιεύσεις ποιημάτων και πεζών στην Διάπλαση των Παίδων, πάντα με το πραγματικό του όνομα, ενώ το 1903 χρησιμοποίησε για πρώτη φορά το ψευδώνυμο Ρώμος Φιλύρας για την υπογραφή ποιημάτων που δημοσίευσε στο Νουμά.
Το 1927 κλείστηκε στο Δρομοκαΐτειο (η σύφιλη του είχε προκαλέσει σοβαρή ψυχική νόσο), όπου παρέμεινε έως το τέλος της ζωής του, το 1942.
O πρώτος τόμος της ανθολογίας. Στον τόμο αυτό περιλαμβάνονται οι έξι ποιητικές συλλογές που έγιναν από τον ίδιο τον Φιλύρα. Επίσης, στα "Παραλειπόμενα" συγκεντρώθηκαν για πρώτη φορά τα ποιήματα που είχε δημοσιεύσει ο Φιλύρας από το 1903 έως το 1923, αλλά δεν τα είχε συμπεριλάβει στις συλλογές του.
Η δίτομη αυτή ανθολογία δεν είναι η πρώτη προσπάθεια να συγκεντρωθεί το μεγάλο ποιητικό έργο του Φιλύρα που ήταν διάσπαρτο σε εφημερίδες, περιοδικά και σε συρτάρια γραφείων διαφόρων φίλων και γνωστών του. Υπήρξε μια προσπάθεια από τον Αιμ. Χουρμούζιο και τις εκδόσεις Γκοβόστη να συγκεντρωθεί το έργο του ποιητή, που άρχισε το 1939, αλλά έμεινε ανολοκλήρωτη λόγω του πολέμου. Η προσπάθεια περιορίστηκε μόνο στην έκδοση του πρώτου τόμου των "Απάντων" το 1939. Το 1974 ο ποιητής Τάσος Κόρφης εξέδωσε 70 από τα ποιήματα που είχε γράψει ο Φιλύρας κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού του στο Δρομοκαΐτειο (Ρώμος Φιλύρας. Συμβολή στη ζωή και το έργο του). Ωστόσο, ένα μεγάλο μέρος του έργου του παρέμενε αθησαύριστο και άγνωστο, έως ότου εκδόθηκε η δίτομη ανθολογία των Καράογλου και Ξυνογαλά.
Ο δεύτερος τόμος. Παλιά φωτογραφία που απεικονίζει το Λιμάνι του Πειραιά το 1905. Στον τόμο αυτό συγκεντρώθηκαν, ύστερα από πολύχρονη και συστηματική έρευνα, η ποιητική δημιουργία του Ρώμου Φιλύρα κατά την περίοδο από το 1924 και κυρίως από το 1927, δηλαδή από τον εγκλεισμό του στο Δρομοκαΐτειο Ψυχιατρείο, έως το θάνατό του, το 1942. Συμπεριλαμβάνονται εκατοντάδες δημοσιευμένα ποιήματα σε περιοδικά και εφημερίδες της εποχής, αλλά και πολλά άλλα αδημοσίευτα ποιήματα που βρέθηκαν σε διάφορα αρχεία, όπως του Μιλτιάδη Μαλακάση, του Ηλ. Ζιώγα, του Φωκίωνα Ρωκ.
Ο Ρώμος Φιλύρας. Από το βιβλίο του Σήφη Γ. Κόλλια, Ρώμος Φιλύρας (1972).
Η φωνή του Ρώμου Φιλύρα είναι μια γνήσια ποιητική φωνή που χαρακτηρίζεται από πηγαίο λυρισμό. Θεωρείται ότι ανήκει στον κύκλο των λεγόμενων νεορομαντικών και νεοσυμβολιστών Ελλήνων ποιητών του Μεσοπολέμου και συγκαταλέγεται ανάμεσα στους Λαπαθιώτη, Ουράνη, Καρυωτάκη, Άγρα, Κλέωνα Παράσχο ενώ επιρροές δέχτηκε από τους παλιότερους Μαλακάση, Δροσίνη, Γρυπάρη, Πορφύρα και άλλους. Η ποίησή του κινείται στην ατμόσφαιρα του ρεύματος του συμβολισμού, αν και πολύ συχνά δεν υπαινίσσεται τα αισθήματά του μέσω συμβόλων από τη φύση, αλλά μιλάει ξεκάθαρα για αυτά.
Διάχυτη θλίψη και μελαγχολία, ονειρική ατμόσφαιρα, καταφυγή στην ομορφιά και την αγνότητα της φύσης, εξιδανίκευση του έρωτα και της γυναίκας, μουσικότητα και μελωδικότητα στο στίχο, χρήση δικού του λεξιλογίου και κατασκευή λέξεων, εξομολογητικός, χαμηλόφωνος τόνος του ποιητικού υποκειμένου που ως "εγώ" και απευθύνεται στο "εσύ" είναι κάποια από τα χαρακτηριστικά της ποίησής του.
Ο ποιητής Ρώμος Φιλύρας. Η ψυχή του ποιητή δονείται και οι δονήσεις της γίνονται ποίηση.
Ας ταξιδέψουμε. λοιπόν, στο μαγικό κόσμο της ποίησης του Ρώμου Φιλύρα, διαβάζοντας κάποια από τα πολλά ποιήματα που ανθολογούνται στη δίτομη έκδοση.
Στον Έρωτα
Έρωτα, Έρωτα, νιώθοντάς σε
νιώθω να περνά της ψυχής μου σκότος
η φωτεινή σου αχτίνα
και να γίνομαι όλος
ένας παλμός
Ρέε ήρεμα, ήρεμα μέσα μου
και γίνου εσύ όλος ο εαυτός μου,
τόσο, που να γίνω περήφανος
σαν Θεός,
γιατί θα κλείνω εντός μου το μόνο Θεό,
ο παλμός ο δικός σου!
(α´ δημοσ.: 15-11-1910)
Στον Έρωτα
Τι σε ξυπνάει απ´το βαρύ σου λήθαργο,
που ζώνει σε ως τα τώρα απ´το χειμώνα;
Ποιο φως, ποιο μάγι εγήτεψε τη νάρκη σου
κι αρχίζεις πάλιν τον ωραίον αγώνα;
Όλα τριγύρω ελάμψανε στην άνοιξη,
θάλασσες, ουρανοί, ρόδα και κρίνα...
Χαίρε κι Εσύ που μου ήρθες, γλυκοξύπνητε,
να χύσεις τη δική σου την αχτίνα...
(α´ δημοσ.: Απρ. 1908)
Έρωτας
Την πόρταν εμαντάλωσες κι ήρθες σιμά μου πάλι,
μού´σφιξες τα χέρια μου κι έγειρες το κεφάλι
να μου ειπείς τ´ανείπωτα που μόνο η νύχτα ξέρει,
μέσα στο τρισκόταδο της κάμαρας, ω ταίρι.
Κι είπαμε όλα τα κρυφά, που και τα ρόδα λένε
στο περβόλι τις βραδιές με λίγωμα και κλαίνε.
Κι άπλωσες τα χέρια σου να μ´αγκαλιάσεις πάλι
κι ήρθε το ιερό φιλί σαν τρόπαιο μες στην πάλη.
(α´ δημοσ.: Απρ. 1905)
Μοναχικό
Στο νύχτωμα θριαμβικόν υψώθη το Φεγγάρι,
μα το πυκνό το φέγγος του μου θάμπωνε το μάτι·
και σάμπως μες στην Τρικυμιά να βρήκα αραξοβόλι,
κοιτούσα κάποιο γαλανό, τρεμόλαμπο αστεράκι
που θάρρευα κι αντίφεγγε κάτι απ´τη Μοναξιά μου...
(α´ δημοσ.: 25.3.1916)
Αλλοτινό
Στο θείο παλμό σου ο παλμός μου-αρμονία·
στη θεία φωνή σου να πάλλεται η σάρκα·
στο πάναγνό σου το μύρο να πνέω ευωδία·
προς το λιμάνι του ονείρου αργόπλεε η βάρκα...
Μα τι κατάρα! οι καρδιές μας δεν πάλλουν σαν πρώτα.
Ω! δεν ακούω, δεν ακούω καμιά νότα·
ω αλίμονό μας εχάθη και πάει η ευωδία
και παραδέρνει η βαρκούλα μες στην τρικυμία...
(α´ δημοσ.: 22-06-1916)
Eσύ
Εσύ, που της ζωής μου εγίνης ο ρυθμός,
σε τόσες μέσα ωραίες, ο μοναχός καημός,
ιδανικό μιας νιότης κι ονείρου χάρη εσύ,
το πιο ακριβό μου γκόλφι, το πιο παλιό κρασί.
Το πέρα στις αγάπες τις πρόσκαιρες, μαζί
και το σιμό καμάρι που στην καρδιά μου ζει...
Εκείνο που αναβάλλω, τι πιο πολύ ποθώ,
ό,τι έταξε για μένα πολύσοφη Κλωθώ.
Το πεπρωμένο ταίρι, το πιο γλυκό αγαθό,
που πλάι μου έχω αναθέσει, μα και θα μαραθώ
το προσφερτό απ᾽τη Μοίρα, ταμένο απ᾽τη Ζωή,
το αληθινό, το μόνο που ευφραίνει την ψυχή,
ό,τι γεννήθη ατόφιο, σαν πλάσμα ζωντανό,
στο λίκνο της ψυχής μου-σαν φύτρο εαρινό.
(Δημοσ.: 14-02-1924).
Στα ξένα
Σε μια πόλη από χρόνους έχω ζήσει,
σ´ένα τοπίο, μόνο, μαγεμένο,
έχω την ίδια θάλασσα αντικρίσει
και τίποτ᾽ άλλο δε γνωρίζω ξένο.
Σε ταξίδι ατελείωτο μεθύσι,
γιαλών, πολιτειών, χωρών, πηγαίνω
μονάχα μέσα στ᾽ όνειρο και ραίνω
με ρόδα τ᾽ άπλωμά μου το παρθένο.
Κι η νοσταλγία με καταλεί να φύγω
κάποια νύχτα από τα συνηθισμένα
απ᾽ το χόρτασμα της χαράς το λίγο
στ᾽ άγνωστο να βρεθώ, να πάω στα ξένα,
θάλασσες, νέες γνώρες, άλλα κάλλη,
ν᾽αναστηθώ σε μάγα, ζωήν άλλη.
(Δημοσ.: 25-06-1927).
Μισεμός
Όταν επάνω από την ανία σηκωθούμε,
που μαύροι στοχασμοί μας περιζώναν
και πάλι την αγνότητά μας ευρούμε,
που πλάνες σκοτεινάδες εθολώναν,
χαριτωμένοι, ολόδροσοι, ξεχνούμε
κάθε μας έννοια, που τη δυναμώναν
μολέματα παράκαιρα και ζούμε
μες στη χαρά, που οι πίκρες επληγώναν.
Καράβι καλοτάξιδο κι ο νους μας
μισεύει σε λιμάνια ονειρεμένα
κι όλους τους βρίσκει στο νησί, δικούς μας
βεγγαλικά να καίνε στο ακρογιάλι,
να καρτερούνε με μάτια δακρυσμένα,
να μας απλώνουν διάπλατην αγκάλη.
(Δημοσ.: 28-07-1927).
Δεν έφθασα ψηλά
Με τα λειψά μου τα φτερά, αχ δεν ανέβηκα ψηλά,
δεν έζησα πλατιά, γοερά, δεν έκραξα στ᾽ αστέρια,
δεν πέταξα σ᾽ άλληνε γη, δεν άκουσα να μου μιλά
κάποιο πουλί που φώναζε σ᾽ ουρανικά λημέρια.
Δεν έκρουσα την άρπα μου σ᾽ ουράνιους σκοπούς,
δε ρύθμισα το στίχο μου σε νότα μαγεμένη
και δεν απόσταξα χυμούς από καρπούς κι οπούς
που σύνθεση πρωτόφαντη να φτιάξω ονειρεμένη.
18-01-1940 (Δημοσ.: 1974).
http://www.universitystudiopress.gr/intro.htm
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου