Νίκος Εγγονόπουλος, Το ρήμα αγναντεύω
Είναι ένα αγαπημένο ποίημα!
Τούτη η αιθρία με το σύννεφο που πλέχει στον αέρα
Είναι γαλάζιος πλους μιας κάτασπρης φρεγάδας
Ιστάμενος ακουμπιστός στην κουπαστή κοιτάζω
Και βλέπω τα θηράματα των λογισμών μου
Δελφίνια που αναδύονται κι εισδύουν μες στο κύμα
Πεδιάδες ακρογιάλια και βουνά
Και μια ξανθή νεάνιδα που στέκει στο πλευρό μου
Μες στης οποίας τα γαλήνια μάτια βλέπω
Το μέλλον της ολόκληρο και το παρόν μου.
Philippe Wilson Steer, Η λευκή φρεγάδα. 1912. Πινακοθήκη Tate Britain. Λονδίνο.
Λίαν προβλέψιμο το ποιητικό σχόλιο:
ΑπάντησηΔιαγραφήΠρόλογος
Νὰ σ᾿ ἀγναντεύω, θάλασσα, νὰ μὴ χορταίνω
ἀπ᾿ τὸ βουνὸ ψηλὰ
στρωτὴ καὶ καταγάλανη καὶ μέσα νὰ πλουταίνω
ἀπ᾿ τὰ μαλάματά σου τὰ πολλά.
Νά ῾ναι χινοπωριάτικον ἀπομεσήμερο, ὄντας
μετ᾿ ἄξαφνη νεροποντὴ
χυμάει μὲς ἀπ᾿ τὰ σύνεφα θαμπωτικὰ γελώντας
ἥλιος χωρὶς μαντύ.
Νὰ ταξιδεύουν στὸν ἀγέρα τὰ νησάκια, οἱ κάβοι,
τ᾿ ἀκρόγιαλα σὰ μεταξένιοι ἀχνοὶ
καὶ μὲ τοὺς γλάρους συνοδιὰ κάποτ᾿ ἕνα καράβι
ν᾿ ἀνοίγουν νὰ τὸ παίρνουν οἱ οὐρανοί.
Ξανανιωμένα ἀπ᾿ τὸ λουτρὸ νὰ ροβολᾶνε κάτου
τὴν κόκκινη πλαγιὰ χορευτικὰ
τὰ πεῦκα, τὰ χρυσόπευκα, κι᾿ ἀνθὸς τοῦ μαλαμάτου
νὰ στάζουν τὰ μαλλιά τους τὰ μυριστικά.
Κι᾿ ἀντάμα τους νὰ σέρνουνε στὸ φωτεινὸ χορό τους
ὡς μέσα στὸ νερὸ
τὰ ἐρημικὰ χιονόσπιτα-κι᾿ αὐτὰ μὲς στ᾿ ὄνειρό τους
νὰ τραγουδᾶνε, ἀξύπνητα καιρό.
Ἔτσι νὰ στέκω, θάλασσα, παντοτεινὲ ἔρωτά μου
μὲ μάτια νὰ σὲ χαίρομαι θολὰ
καὶ νά ῾ναι τὰ μελλούμενα στὴν ἅπλα σου μπροστά μου,
πίσω κι᾿ ἀλάργα βάσανα πολλά.
Ὡς νὰ μὲ πάρεις κάποτε, μαργιόλα σύ,
στοὺς κόρφους σου ἀψηλά τους ἀνθισμένους
καὶ νὰ μὲ πᾶς πολὺ μακρυὰ ἀπ᾿ τὴ μαύρη τούτη Κόλαση,
μακρυὰ πολὺ κι᾿ ἀπὸ τοὺς μαύρους κολασμένους.
ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ, «Τὸ φῶς ποὺ καίει»
Μου αρέσει πολύ αυτό το ποίημα του Βάρναλη για τη θάλασσα. Μου θυμίζει τον φιλόλογό μου. Ήταν από τα αγαπημένα του ποιήματα. Θα κάνω μία ανάρτηση για αυτό το ποίημα μετά το καλοκαίρι.
ΑπάντησηΔιαγραφή