Παλιές φωτογραφίες από το Αλβανικό Μέτωπο
Στην ιστοσελίδα του ΓΕΘΑ (Γενικό Επιτελείο Εθνικής Άμυνας) υπάρχει πλούσιο υλικό για τον ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940 ( http://www.geetha.mil.gr/media/1_istorika/1940/index.html). Πρόκειται για πρωτογενείς ιστορικές πηγές, όπως έγγραφα αρχείων, εφημερίδες εποχής, φωτογραφίες, αφίσες, σκίτσα. Από το φωτογραφικό υλικό επιλέγω κάποιες φωτογραφίες του Πολεμικού Μουσείου Αθηνών που όχι μόνο αποτελούν ανεκτίμητα ιστορικά ντοκουμέντα, αλλά διακρίνονται και για την αισθητική τους αξία.
Μαύρες φιγούρες στο λευκό του χιονιού αποτυπώνονται στην ασπρόμαυρη φωτογραφία. Θα μπορούσε να είναι σκίτσο ή πίνακας ζωγραφικής.
Εντυπωσιακά τα λευκά πανωφόρια των χιονοδρόμων. Σαν σε εκδρομή σε χιονοδρομικό κέντρο. Όμως, ήταν πόλεμος!
Μία χαρούμενη σκηνή στο μέτωπο. Χαρούμενη, βέβαια, για αυτούς που είχαν να λαμβάνουν γράμματα και δέματα...
Ώρες χαλάρωσης στο μέτωπο.
Δεν είναι μύθος. Ναι, πράγματι υπήρξαν οι Γυναίκες της Πίνδου.
Σκληρή δουλειά σε δύσκολες συνθήκες...
Nικηφόρου Βρεττάκου, «Ένας στρατιώτης μουρμουρίζει στο αλβανικό μέτωπο»
ΑπάντησηΔιαγραφήΠοιος θα μας φέρει λίγον ύπνο εδώ που βρισκόμαστε;
Θα μπορούσαμε τότες τουλάχιστο
να ιδούμε πως έρχεται τάχατε η μάνα μας
βαστάζοντας στη μασχάλη της ένα σεντόνι λουλακιασμένο
με μια ποδιά ζεστασιά και κατιφέδες από το σπίτι μας.
Ένα φθαρμένο μονόγραμμα στην άκρη του μαντηλιού: ένας κόσμος χαμένος.
Τριγυρίζουμε πάνω στο χιόνι με τις χλαίνες κοκκαλιασμένες.
Ποτέ δεν βγήκε ο ήλιος σωστός απ' τα υψώματα του Μοράβα,
ποτέ δεν έδυσε ο ήλιος αλάβωτος απ' τ' αρπάγια της Τρεμπεσίνας.
Τρεκλίζω στον άνεμο χωρίς άλλο ρούχο,
διπλωμένος με το ντουφέκι μου, παγωμένος και ασταθής.
(Σαν ήμουνα μικρός καθρεφτιζόμουνα στα ρυάκια της πατρίδας μου
δεν ήμουν πλασμένος για τον πόλεμο).
Δε θα μου πήγαινε αυτή η προσβολή περασμένη υπό μάλης,
δε θα μου πήγαινε αυτό το ντουφέκι αν δεν ήσουν εσύ,
γλυκό χώμα που νιώθεις σαν άνθρωπος,
αν δεν ήτανε πίσω μας λίκνα και τάφοι που μουρμουρίζουν
αν δεν ήτανε άνθρωποι κι αν δεν ήταν βουνά με περήφανα
μέτωπα, κομμένα θαρρείς απ' το χέρι του θεού
να ταιριάζουν στον τόπο, στο φως και το πνεύμα του.
Η νύχτα μάς βελονιάζει τα κόκκαλα μέσα στ' αμπριά· εκεί μέσα
μεταφέραμε τα φιλικά μας πρόσωπα και τ' ασπαζόμαστε
μεταφέραμε το σπίτι και την εκκλησιά του χωριού μας
το κλουβί στο παράθυρο, τα μάτια των κοριτσιών,
το φράχτη του κήπου μας, όλα τα σύνορά μας,
την Παναγία με το γαρούφαλο, ασίκισσα,
που μας σκεπάζει τα πόδια πριν απ' το χιόνι,
που μας διπλώνει στη μπόλια της πριν απ' το θάνατο.
Μα ό,τι κι αν γίνει εμείς θα επιζήσουμε.
Άνθρωποι κατοικούν μες στο πνεύμα της Ελευθερίας αμέτρητοι,
Άνθρωποι όμορφοι μες στη θυσία τους, Άνθρωποι.
Το ότι πεθάναν, δεν σημαίνει πως έπαψαν να υπάρχουν εκεί,
με τις λύπες, τα δάκρυα και τις κουβέντες τους.
Ο ήλιος σας θα 'ναι ακριβά πληρωμένος.
Αν τυχόν δεν γυρίσω, ας είστε καλά,
σκεφτείτε για λίγο πόσο μου στοίχισε.
(Σαν ήμουνα μικρός καθρεφτιζόμουνα στα ρυάκια της πατρίδας μου
δεν ήμουν πλασμένος για τον πόλεμο).
[πηγή: Νικηφόρος Βρεττάκος, Τα ποιήματα, τόμος πρώτος. Με ένα σχέδιο του Επαμεινώνδα Λιώκη, Τρία φύλλα, Αθήνα 1981, σ. 118-119]
Σαν ήμουνα μικρός καθρεφτιζόμουνα στα ρυάκια της πατρίδας μου
ΑπάντησηΔιαγραφήδεν ήμουν πλασμένος για τον πόλεμο: υπέροχο λυρικό δίστιχο! Από τις καλύτερες στιγμές του Βρεττάκου.